in

Πώς να μιλήσουμε στα παιδιά για το θάνατο

«Μαμά, τι έπαθε αυτό το πουλάκι; Γιατί δεν ξυπνάει;»

Πολλές απορίες των παιδιών φέρνουν σε δύσκολη θέση τους γονείς, αλλά νομίζω, η νούμερο ένα είναι μακράν ο θάνατος. Ίσως γιατί φοβόμαστε, και δικαίως, ότι μπορεί να τρομάξουν, ίσως γιατί είμαστε οι ίδιοι τρομαγμένοι και αμήχανοι απέναντι σε αυτό το θέμα, ίσως επειδή νιώθουμε αδύναμοι να τα προστατεύσουμε από αυτή την πραγματικότητα, ο θάνατος είναι κάτι που αποφεύγουμε συστηματικά να συζητήσουμε μαζί τους ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

103409691

Το κείμενο είναι της ψυχιάτρου ‘Αρτεμις Παπαναστασίου 

Πολλές απορίες των παιδιών φέρνουν σε δύσκολη θέση τους γονείς, αλλά νομίζω, η νούμερο ένα είναι μακράν ο θάνατος. Ίσως γιατί φοβόμαστε, και δικαίως, ότι μπορεί να τρομάξουν, ίσως γιατί είμαστε οι ίδιοι τρομαγμένοι και αμήχανοι απέναντι σε αυτό το θέμα, ίσως επειδή νιώθουμε αδύναμοι να τα προστατεύσουμε από αυτή την πραγματικότητα, ο θάνατος είναι κάτι που αποφεύγουμε συστηματικά να συζητήσουμε μαζί τους. Όταν συμβαίνει στο περιβάλλον τους, συνήθως καταφεύγουμε σε ασαφείς ευφημισμούς του τύπου «κοιμήθηκε», «είναι στον ουρανό», «είναι με τους αγγέλους».

Παραδόξως, ή πιο σωστά αντίθετα με ό,τι μπορεί να πιστεύουμε, τα μικρά παιδιά τα απασχολεί περισσότερο από τους ενήλικες η ιδέα του θανάτου. Μια απλή βόλτα στο δρόμο ή στο πάρκο της γειτονιάς με ένα παιδί, όπου μπορεί να έρθει αντιμέτωπο με ένα νεκρό ζωάκι, για παράδειγμα, μπορεί να γίνει αφορμή για ένα σωρό προβληματισμούς. Αφ’ενός, αναρωτιούνται για την προέλευση της ζωής και δεν έχουν συνηθίσει ακόμα την ίδια την ύπαρξη, αφ’ετέρου καταλαβαίνουν ότι η σωματική παύση κάποιου ατόμου μπορεί να απειλεί τη δική τους επιβίωση. Γι’αυτό, ακόμα και παιδιά που έχουν αντιληφθεί κάπως την έννοια του θανάτου, πιστεύουν ότι δε θα συμβεί ποτέ στους γονείς, στους δασκάλους τους και ακόμα λιγότερο στα ίδια. Κάπου εκεί είναι που αρχίζουν να βομβαρδίζουν τους γύρω τους με διάφορα «δύσκολα» ερωτήματα, όπως:

«Κάποιος που πέθανε, μπορεί να αναστηθεί; Βλέπει όνειρα; Μπορεί να φάει; Να περπατήσει; Αισθάνεται; Θα πεθάνεις κι εσύ; Τα παιδιά δεν πεθαίνουν, έτσι δεν είναι;»

Πώς απαντάμε λοιπόν σε όλες αυτές τις απορίες;

Helping children before and after a death

Η προσέγγιση μας δεν μπορεί να είναι φυσικά ίδια πάντα και παντού, εξαρτάται από την ηλικία του παιδιού, το αν κάποιος και ποιος απεβίωσε, από τη σχέση μαζί του (κατοικίδιο, συγγενής, γονέας, αδελφάκι) αλλά και από τις αντιδράσεις και τη συναισθηματική ωριμότητα του. Σε γενικές γραμμές, εώς την ηλικία των 3 ετών, τα παιδιά δεν μπορούν να αντιληφθούν την ιδέα του θανάτου, και κυρίως την έννοια της μη αναστρεψιμότητας του. Αυτό αλλάζει σταδιακά γύρω στην ηλικία των 4 ετών, οπότε καταλαβαίνουν τη διαφορά από τον ύπνο και τη φυγή, για παράδειγμα. Στην ηλικία των 5-7 ετών σταδιακά αντιλαμβάνονται και τις άλλες διαστάσεις του θανάτου, δηλαδή την καθολικότητα του (όλα τα έμβια όντα κάποτε πεθαίνουν) και την πλήρη έλλειψη λειτουργικότητας ενός νεκρού σώματος. Δηλαδή, ένα σώμα που δεν μπορεί πια να μιλήσει, να φάει, να σηκωθεί, να κινηθεί, να παίξει.

Οπότε, θα έλεγα ότι ο καταλληλότερος τρόπος να μιλήσει κανείς για τέτοια θέματα σε παιδιά, είναι η δοσομετρημένη ειλικρίνεια. Τα πράγματα είναι σίγουρα πιο εύκολα όταν η συζήτηση είναι γενική, οπότε ο καλύτερος τρόπος είναι να εξερευνήσουμε τις σκέψεις, τους φόβους και τις φαντασιώσεις του παιδιού γύρω από το θάνατο, μέσα από ιστορίες ή σκηνές της καθημερινότητας. Για παράδειγμα:«Αυτό το πουλάκι γιατί δεν πετάει;», «Εσύ γιατί πιστεύεις;», «Γιατί κοιμάται όμως, ήταν και χτες εδώ;. Τι άλλο μπορεί να του συνέβη; Μήπως σκοτώθηκε;», «Μάλλον ναι», «Σε τι διαφέρει αυτό από τον ύπνο;», «Μμμ. Στο ότι δε θα ξανασηκωθεί ποτέ;», «Σωστά. Έλα να του βάλουμε ένα λουλουδάκι για να το αποχαιρετήσουμε».

«Μαμά,πού θα πάει τώρα το πουλάκι;», «Το σώμα του θα μείνει εδώ. Ίσως το φάει κάποια γατούλα για να ζήσει αυτή. Το πουλάκι όμως δε θα πονάει, γιατί είναι πεθαμένο. Η ψυχούλα του, δεν ξέρω. Ίσως πάνε κάπου οι ψυχές όταν πεθαίνουμε, ίσως όχι. Κανείς δεν ξέρει σίγουρα».

«Όλοι πεθαίνουμε κάποια στιγμή;», «Όλοι πεθαίνουμε, ναι. Αλλά, αφού έχουμε ζήσει πολύ πρώτα». «Κι εσύ δηλαδή θα πεθάνεις;», «Μόνο όταν εσύ μεγαλώσεις πολύ, εγώ γίνω γριούλα και δε με χρειάζεσαι πια», «Εγώ θα πεθάνω;», «Εσύ, πρώτα θα μεγαλώσεις και θα ζήσεις πολύ και θα γνωρίσεις πολλούς ανθρώπους και πολλά μέρη και θα γίνεις γεράκος. Σε πάρα πάρα πάρα πολλά χρόνια δηλαδή»

«Μαμά, τα παιδιά πεθαίνουν;» «Τα παιδιά έχουν πάρα πολλά χρόνια μπροστά τους, μέχρι να μεγαλώσουν και να γεράσουν. Μόνο πολύ λίγα παιδάκια κάποιες φορές αρρωσταίνουν πάρα πολύ, για καιρό, όχι απλά να κρυολογήσουν. Τότε πάνε στο νοσοκομείο, και τα περισσότερα γίνονται καλά και γυρνάνε σπίτι. Πολύ σπάνια κάποια παιδάκια μπορεί να πεθάνουν. Αυτό όμως γίνεται τόσο σπάνια, και εάν αρρωστήσεις εσύ θα σε φροντίσουμε τόσο πολύ, που δε χρειάζεται να ανησυχείς για αυτό».

Όσοι έχετε παιδιά, είμαι σίγουρη ότι θα σκεφτείτε-και σωστά-ότι ο διάλογος αποκλείεται να τελειώσει εκεί. Δύσκολα το παιδί θα καθησυχαστεί εντελώς έτσι, το πιο λογικό και αναμενόμενο είναι να πει:

«Mα εγώ δε θέλω να πεθάνεις ποτέ!». Όμως, ο σκοπός αυτής της συζήτησης δεν είναι να δώσουμε την τέλεια-πάνσοφη-σούπερ καθησυχαστική απάντηση σε όλα, αλλά να εξοικειώσουμε ομαλά το παιδί με την ιδέα του θανάτου και να το βοηθήσουμε να συνειδητοποιήσει ότι και οι γονείς είναι ατελή όντα που δε γνωρίζουν τα πάντα, αλλά θα κάνουν ό,τι μπορούν για να τα προστατεύσουν.

Στην πιο δύσκολη περίπτωση όπου έχει συμβεί θάνατος στο στενό περιβάλλον, ιδού μερικές στρατηγικές αντιμετώπισης:

Καταγραφή 30

ΝΑΙ: Μιλάμε άμεσα για το γεγονός και δεν αφήνουμε να περιπλανάται μια περίεργη και πιο-τρομακτική-από-την-πραγματικότητα αχλύς μυστηρίου στην ατμόσφαιρα

ΝΑΙ: Προσφέρουμε πληροφορίες σταδιακά και με βάση τις απορίες και τις αντιδράσεις του παιδιού. Για παράδειγμα: η γιαγιά ήταν άρρωστη, η καρδούλα της ήταν αδύναμη για αυτό την πήγαμε στο νοσοκομείο να τη δουν οι γιατροί. Παιδί: -Και τι έγινε εκεί?Πώς ήταν η γιαγιά?Πόνεσε? –Οι γιατροί προσπάθησαν, έκαναν ότι μπορούσαν, καλυτέρευσε για λίγο αλλά επειδή ήταν πολύ κουρασμένη δεν άντεξε. Μου είπε να σου πω ότι σε αγαπά πολύ και ότι φεύγει από τη ζωή ήρεμη.

ΝΑΙ: Χρησιμοποιούμε και δεν αποφεύγουμε τις λέξεις «πέθανε», «πεθαμένος» κλπ έναντι των λέξεων «έφυγε», «κοιμήθηκε» κλπ. Η έρευνα έχει δείξει ότι αυτό βοηθά στη διαδικασία του πένθους του παιδιού.

ΝΑΙ: Αφήνουμε το παιδί να συμμετάσχει στο πένθος όσο επιθυμεί, αλλά από την άλλη, δεν το επιβάλλουμε, αν δεν το επιθυμεί, πχ αν θα παρευρεθεί στην κηδεία. Με άλλα λόγια, σεβόμαστε τον τρόπο του και το χρόνο του να πενθήσει. Μην ξεχνάμε ότι μπορεί να πενθεί με πολλούς διαφορετικούς τρόπους, ακόμα και με θυμό.

ΝΑΙ: Και να κλάψουμε επιτρέπεται, και να πενθήσουμε και να μιλάμε για το νεκρό. Όχι εμμονικά. Αν χρειαζόμαστε βοήθεια οι ίδιοι, ξέρετε ήδη το μάντρα του Α,μπα

ΝΑΙ: Δεν αλλάζουμε όσο γίνεται την καθημερινότητα του και φροντίζουμε και τον εαυτό μας. Αλλιώς ό,τι και να πούμε για τη ζωή που συνεχίζεται, χαμένο θα πάει.

ΟΧΙ: Δεν απαγορεύουμε το γέλιο στο σπίτι και τη συμμετοχή του παιδιού στις κοινωνικές εκδηλώσεις εφόσον το επιθυμεί. Δε μας νοιάζει τι θα πουν οι γειτόνοι για αυτό. Αν είναι κουτσομπόληδες είναι δικό τους θέμα.

ΟΧΙ: Δε φοβόμαστε να απαντήσουμε ότι δεν ξέρουμε, αν μας ρωτήσει κάτι το παιδί για το οποίο δεν έχουμε απάντηση. Πχ γιατί αρρώστησε κάποιος, γιατί έτρεχε στο δρόμο με ταχύτητα κλπ.

ΟΧΙ: Δεν το αντιμετωπίζουμε ως θέμα ταμπού αποφεύγοντάς το, ή αλλάζοντας κουβέντα όταν μπαίνει το παιδί στο δωμάτιο.

ΟΧΙ: Δεν ντρεπόμαστε να αναζητήσουμε ειδική συμβουλευτική αν βλέπουμε ότι το παιδί δυσκολεύεται, και να μιλήσουμε για αυτό με δασκάλους και άλλα πρόσωπα φροντίδας. Οι δυσκολίες μπορεί να επανεμφανίζονται και σε «επετειακές» περιόδους (του θανάτου, γενεθλίων, γιορτών κλπ).

Ένα πάρα πολύ ευαίσθητο θέμα είναι η απώλεια ενός γονέα. Τότε το παιδί έρχεται ακόμα πιο κοντά με το ενδεχόμενο του δικού του θανάτου, ενώ μπορεί να σκέφτεται ότι το ίδιο προκάλεσε το θάνατό του γονιού του με τις σκέψεις ή τη συμπεριφορά του. Η αντίδραση του εξαρτάται από τη σχέση του με το γονέα, από τις συνθήκες θανάτου (πχ αν το παιδί ήταν παρόν, εάν πρόκειται για φυσικό/βίαιο θάνατο), από τη στάση του ίδιου του ασθενούς γονέα, από την αντιμετώπιση του επιζώντος γονέα, από την ύπαρξη ενός καλού στηρικτικού δικτύου και φυσικά από την ιδιοσυγκρασία του παιδιού. Σίγουρα δε χρειάζεται να παθολογικοποιούμε τα πάντα, και η απώλεια γονέα δε σημαίνει αυτόματα μόνιμο ψυχικό τραυματισμό, αλλά είναι από τις περιπτώσεις που θα σύστηνα ένθερμα ειδική βοήθεια. Δεν είναι σπάνιο, επειδή η απώλεια είναι πολύ μεγάλη και για τον επιζώντα γονέα, να γίνει αντιστροφή των ρόλων και το παιδί να βρεθεί να παρηγορεί το γονιό. Κατανοητό και ανθρώπινο, δε λέω. Βοηθητικό όμως καθόλου.

Υποθέτω ότι μια απορία πολλών γονέων/φροντιστών, θα είναι αν πρέπει να μεταφέρουν στα παιδιά τους τις δικές τους απόψεις σχετικά με το θάνατο. Δηλαδή, κατά πόσον υπάρχει ή όχι αιώνια ζωή, ανάσταση, μετενσάρκωση κλπ. Σε αυτό η προσωπική μου θέση είναι ότι ισχύει ό,τι ισχύει και για τα υπόλοιπα θέματα. Δηλαδή, να εκφράζονται οι προσωπικές πεποιθήσεις, χωρίς όμως να παρακάμπτεται η εξωτερική πραγματικότητα του θανάτου. Αυτό σίγουρα χρειάζεται να είναι ξεκάθαρο, γιατί στα παιδιά, ειδικά στα μικρότερα, δεν έχει αναπτυχθεί ακόμα η μεταφορική σκέψη. Για παράδειγμα, η έκφραση «πήγε στον ουρανό», μπορεί να σημαίνει ότι ο νεκρός θα γυρίσει, όπως γυρνάνε τα αποδημητικά πουλιά. Αυτό δε βοηθάει στη διαδικασία του πένθους και του αποχωρισμού. Εάν πιστεύουμε στη μεταθανάτια ζωή, μπορούμε να πούμε: «Ναι, η γιαγιά πέθανε, αυτό σημαίνει ότι εμείς δε θα την ξαναδούμε πια, γιατί το σώμα της δεν υπάρχει. Όμως, η ψυχή της ίσως να μπορεί να βλέπει εμάς». Εάν όχι: «Ναι, η γιαγιά πέθανε, αυτό σημαίνει ότι εμείς δε θα την ξαναδούμε πια. Όμως, αν εμείς τη θυμόμαστε, εκείνη και τα λόγια της, ένα κομματάκι της θα ζει μέσα από εμάς».

Ο μόνος τρόπος να ξεπεραστεί κάποιο πένθος είναι ο προσωπικός, και αυτό χρειάζεται να βοηθήσουμε το παιδί να κάνει, να βρει τον δικό του τρόπο.

 

* Άρτεμις Παπαναστασίου, MD, MSc, ειδ. Ψυχίατρος,

    e-mail: papanastasiou_artemis@yahoo.com

Ακολουθήστε την Α,ΜΠΑ; στο Google News

4 Comments
δημοφιλέστερα
νεότερα παλαιότερα
Ενσωματωμένα σχόλια
Δείτε όλα τα σχόλια
Lifoworm
Lifoworm
5 χρόνια πριν

Πολύ χρήσιμο άρθρο με χειροπιαστά παραδείγματα. Ευχαριστώ πολύ!

Mirka Janic
Mirka Janic
5 χρόνια πριν

Πολύ βοηθητικό και χρήσιμο το άρθρο. Θα καταθέσω την δικιά μου εμπειρία, που είναι “αποφεύγω να μιλάω για αυτό το θέμα”. Η μάνα μου είχε το χούι να μη μου λέει ποτέ ότι κάποιος πέθανε και γω να το μαθαίνω εκ των υστέρων. Για να μη στεναχωρηθω,λες και ήμουν χαζή ή από ζάχαρη ένα πράγμα. Φυσικά δεν μπορούσε να κρύψει τους θανάτους του παππού ή της θείας αλλά επειδή ήταν άρρωστοι πολύ καιρό,δεν είχε πει τίποτα. Μεγαλώνοντας συνειδητοποίησα ότι ένα πράγμα με το οποίο ήμουν έξαλλη με τη μάνα μου ήταν και αυτό.

no-no
no-no
5 χρόνια πριν
Απάντηση σε  Mirka Janic

Ταυτίζομαι .. 🙁 Έξαλλη δεν λες τίποτα.
Δεν ονόμαζε τις αρρώστιες, δεν μιλούσε για το θάνατο ποτέ, ο μπαμπάς πέθανε κι αυτή νόμιζε ότι αν δεν μιλάει για αυτό θα το «ξεχάσουμε».

Γβρμ
Γβρμ
5 χρόνια πριν

Να προσθέσω ότι, αναλογως με το παιδί προφανώς, ίσως να μην χρειάζεται καν δοσομετρηση στην ειλικρίνεια…δεν θυμάμαι πότε και με ποια αφορμή ερωτήθηκα, ίσως είχε σχέση με το «τι είναι η μπριζόλα που τρώω τώρα», πρέπει να ήταν γύρω στα 2,5 το παιδάκι μου (τώρα είναι 4) αλλά η απάντησή μου ήταν ακριβώς ότι κάποιος δεν μπορεί να σηκωθεί, ούτε να παίξει, ούτε να τρέξει (αυτό μας έκαιγε τότε), ούτε να πονέσει. Ε, επανάληψη στην επανάληψη φάνηκε πολύ γρήγορα να εμπεδώνεται, ίσως δεν ήταν από την αρχή σε θέση να καταλάβει την έκταση του «για πάντα» αλλά το έλεγε. Γενικώς,… Διαβάστε περισσότερα »