in , ,

Ο πιο βασικός λόγος που δε μίλησα είναι γιατί δε μπορώ να προσθέσω τη λέξη “θύμα” στην ταυτότητά μου

Για όσους αναρωτιούνται γιατί μάς παίρνει 23 χρόνια να μιλήσουμε.

Για όσους αναρωτιούνται γιατί μάς παίρνει 23 χρόνια να μιλήσουμε. ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

constantine stamatis YkjkMrOqGQM unsplash scaled
Φωτ.: Constantine Stamatis

Η πρώτη φορά ήταν σε σινεμά στα 7. Ήμουν άκρη άκρη στη μεγάλη μας παρέα και δίπλα μου καθόταν ένας άντρας που δεν ξέρω πόσο ήταν αλλά στην ηλικία μου μού φαινόταν παππούς. Λίγο αφού άρχισε η ταινία, έπιασε το χέρι μου και το έβαλε πάνω στο παντελόνι του, στην αρχή στον μηρό, και άρχισε να το κουνάει για να τον χαϊδεύω. Σύντομα μετέφερε το χέρι μου πάνω από το πέος του και μου είπε να τον χαϊδεύω.

“Χάιδεψε τον παππούλη”. “‘Ενας παππούλης είμαι που θέλω λίγη αγάπη” μου έλεγε.

Μάλλον δεν υπάκουα ακριβώς στις οδηγίες του και μου το κούναγε πάνω κάτω μόνος του. Πάντως δεν το τράβηξα. Ένας καλός παππούς ήταν, θα ήταν αγένεια. Μού ζήτησε στο διάλειμμα να πάω να τον βρω στην τουαλέτα. Να μη φοβάμαι, θέλει μόνο να μιλήσουμε. Δεν ξέρω που βρήκα το μυαλό στα 7 μου αλλά ευτυχώς δεν πήγα. Ούτε όμως είπα και τίποτα σε κανέναν. Πέρασαν πολλά χρόνια για να συνειδητοποιήσω τι ακριβώς εξυπηρετούσε το χέρι μου πάνω στο πέος του.

Οχτώ χρόνια αργότερα, ήμουν με τους συναθλητές μου εκτός Αθηνών. Οι μόλις ενήλικοι αθλητές (18-19 ετών) οδηγούσαν, κι εμείς μπαίναμε στο αυτοκίνητο μαζί τους για τις μετακινήσεις της ομάδας.

Συχνά, για να χωρέσουμε ένα κορίτσι καθόταν μπροστά αγκαλιά με ένα από τα μεγαλύτερα αγόρια στη θέση του συνοδηγού. Όποτε καθόμουν εγώ, το αγόρι με το οποίο καθόμουν, ο νεαρός άντρας, διαφορετικός συναθλητής κάθε φορά, είχε τα χέρια του μέσα στη μπλούζα μου και μου χάιδευε το στήθος. Ήταν το κοινό τους μυστικό και υποθέτω – αλλά δεν το επιβεβαίωσα ποτέ – ότι ακριβώς το ίδιο ζούσαν και οι υπόλοιπες συναθλήτριές μου.

Οποιοδήποτε παράπονο αντιμετωπιζόταν με νάζι και επιμονή. “Shhh, shhh, δεν είναι τίποτα” μου ψιθύριζαν στο αυτί.

Fast forward 20 χρόνια, είμαι σε μια κοινωνική εκδήλωση της δουλειάς και πίνω πολύ. Δεν το συνειδητοποιώ εκείνη την ώρα αλλά με το που σταματάω να χορεύω, φεύγει η γη κάτω από τα πόδια μου. Βασικό μου μέλημα να μην εκτεθώ στους συναδέλφους μου. Ένας από αυτούς, που τον εμπιστευόμουν να με “καλύψει” γιατί είχαμε φιλική σχέση, προσφέρεται να με γυρίσει σπίτι.

Είμαι χάλια. Εμετούς, καμία επαφή με το τι συμβαίνει γύρω μου, ίσα που κατάφερα να του δώσω οδηγίες για το πώς να με πάει σπίτι. Οδηγεί, με κουβαλάει από το αυτοκίνητο στο σπίτι, με γδύνει και με βάζει στο ντους να συνέλθω.

Δεν ανταποκρινόμουν και θυμάμαι τον πανικό του, να φωνάζει: “Είσαι καλά; Να σε πάω στο νοσοκομείο; Πες μου, είσαι καλά;” Μετά το παγωμένο ντους, με κουβαλάει στο κρεβάτι μου γυμνή και θυμάμαι να κλαίω με λυγμούς και να σπαρταράω από το κρύο. Κάθεται στο κρεβάτι και αρχίζει να μου τρίβει την πλάτη. “Ζεστάθηκες;” Αρχίζει να με παίρνει ο ύπνος.

Αισθάνομαι τα χέρια του να φεύγουν από την πλάτη και να πηγαίνουν σε όλο μου το σώμα. Του λέω “άσε με να κοιμηθώ”, απομακρύνομαι όσο μπορώ και του γυρνάω την πλάτη. Συνεχίζει και γυρνάω μπρούμυτα για να μη μπορούν να φτάσουν τα χέρια του εκεί που ήθελε. Ακόμα δεν έχω επαφή με το τι γίνεται γύρω μου. Με παίρνει ο ύπνος ή χάνω τις αισθήσεις μου, δεν ξέρω.

Ξυπνάω το πρωί πανικόβλητη. Έγινα ρεζίλι χθες; Πήραν είδηση οι συνάδελφοί μου πόσο με είχε πειράξει το ποτό; Δε θυμάμαι τίποτα. Τον παίρνω να τον ρωτήσω και με καθησυχάζει. “Όλα καλά, δεν κατάλαβε κανείς τίποτα, μην ανησυχείς.” Μου είπε ότι με πήγε σπίτι και έμεινε λίγο να δει αν ήμουν καλά. Ότι κι εκείνος είχε πιει και κοιμήθηκε για λίγο στον καναπέ για να φύγει με ασφάλεια.

10 ώρες αργότερα, η μνήμη μου αρχίζει να επανέρχεται. Αρχίζω και θυμάμαι ότι ήμουν γυμνή στο μπάνιο, θυμάμαι το σώμα του δίπλα μου, τα χέρια του επάνω μου. “Άσε με να κοιμηθώ, άσε με να κοιμηθώ”. Θυμάμαι να προσπαθεί να με φιλήσει και να κρύβω το πρόσωπό μου μέσα στο μαξιλάρι. Σιχαίνομαι τον εαυτό μου όσο δεν τον έχω σιχαθεί ποτέ, κάνω ντους για 2 ώρες, δε μπορώ να συνέλθω από τη ντροπή, από το σοκ, από τον θυμό για την κατάντια μου.

Δε λέω τίποτα. Σε κανέναν.

Τη Δευτέρα επιστρέφω στο γραφείο. Κάνω σαν να μη συμβαίνει τίποτα. Λίγους μήνες αργότερα κατά τους οποίους με καλεί συχνά να βγούμε και εγώ δεν ενδιαφέρομαι, μου το πετάει: “Μα καλά, γιατί μου κάνεις τη δύσκολη; Αφού το βράδυ που σε πήγα σπίτι, κάναμε σεξ.”

“Τιιιιιι;! Τι εννοείς;! Όσο έκλαιγα με λυγμούς ή όσο ήμουν σχεδόν αναίσθητη;! Σε εμπιστεύτηκα!”

“Μα κι εγώ άντρας είμαι, τι περιμένεις;”

Δεν ήξερα τι να πιστέψω. Το μόνο που θυμάμαι να λέω ξανά και ξανά είναι “Άσε με…”.

Θυμάμαι την πλάτη μου γυρισμένη και τα χέρια του παντού. Δεν τον θυμάμαι από πάνω μου, δε μπορούσα να συμμετέχω σε τίποτα, ήμουν ημιλιπόθυμη. Δε θυμάμαι κάτι άλλο. Ακόμα και τώρα δεν ξέρω τι ακριβώς μου έκανε εκείνο το βράδυ.  Η συζήτηση έγινε Παρασκευή απόγευμα. Τη Δευτέρα πήγα γραφείο και όπως πάντα, καθόταν δίπλα μου. Δεν το είπα σε κανέναν και ούτε πρόκειται.

Ήμουν λιώμα, άρα φταίω. Ενήλικη γυναίκα, ηλίθια, πώς τα κατάφερα έτσι στην ηλικία μου; Φταίω. Με πήγε σπίτι, τι περίμενα; Φταίω. Κι εκείνος είχε πιει, άρα δε φταίει.

Το μόνο που ένιωθα ήταν ντροπή. Και τεράστια περιφρόνηση και θυμό για τον εαυτό μου. Που επέτρεψα στον εαυτό μου να βρεθώ σε αυτή τη θέση. Το μόνο που ήθελα είναι να το ξεχάσω. Να μην έχει συμβεί ποτέ. Λίγους μήνες αργότερα κατάφερα να αλλάξω δουλειά.

Για τον παππούλη δεν είπα τίποτα γιατί είχα μάθει να είμαι καλό, ευγενικό κοριτσάκι που λέει σε όλους ναι, ειδικά στους μεγαλύτερους. Είχα μάθει να μη γίνομαι δυσάρεστη. Για τους συναθλητές μου δεν είπα τίποτα γιατί, στα 15 μου, ήθελα να είμαι αποδεκτή και “μέλος της ομάδας”. Και εκείνη την εποχή, δεν τα συζητάγαμε αυτά. Δεν ήταν καν ξεκάθαρο στο μυαλό μου αν αυτό που συνέβαινε ήταν λάθος.

Ήθελα πολύ να είμαι αποδεκτή. Ήμουν και η πιο γεματούλα, καλά θα έκανα να το υπομείνω. Για τον συνάδελφό μου, δεν είπα τίποτα γιατί έφταιγα. Είχα πιεί. Δε θα με πίστευε κανείς. Θα με έβγαζε τρελή, θα μου έκανε τη ζωή μαρτύριο. Αν η εταιρεία είχε να επιλέξει μεταξύ εκείνου και εμού, θα επέλεγε εκείνον. Θα έχανα τη δουλειά μου και την καριέρα που με τόσο κόπο είχα χτίσει.

Ο πιο βασικός λόγος όμως που δε μίλησα και δεν πρόκειται να μιλήσω ποτέ είναι γιατί δε μπορώ να προσθέσω τη λέξη “θύμα” στην ταυτότητά μου.

Δε μπορώ αυτά τα γεγονότα να επισκιάσουν τις υπόλοιπες ιδιότητες μου. Και ξέρω ότι αν ποτέ μιλούσα, η πορεία μου, οι επιτυχίες μου, η προσωπικότητά μου, όλα αυτά θα αντικαθιστούνταν από τις λέξεις “θύμα” (στην καλύτερη των περιπτώσεων), “ηλίθια” που “την πάτησα”, ή “θύτης” που ενώ ήπια και τα ήθελα, κατηγορώ τον τίμιο οικογενειάρχη.

Υποκλίνομαι στη Σοφία που έχει κάνει τη δουλειά που έπρεπε με τον εαυτό της, που δεν το άφησε πίσω της προκειμένου να προχωρήσει μπροστά, και που ενώ ήξερε τι θα ειπωθεί, βρήκε τη δύναμη να μιλήσει.

Και να εμπνεύσει κι εμένα και τόσες άλλες να πουν την ιστορία τους, επώνυμα ή έστω ανώνυμα, για να καταλάβουμε όλοι πόσο συχνή είναι η σεξουαλική βία και γιατί, ναι, μπορεί να μας πάρει και 23 χρόνια να μιλήσουμε.

Ακολουθήστε την Α,ΜΠΑ; στο Google News

6 Comments
δημοφιλέστερα
νεότερα παλαιότερα
Ενσωματωμένα σχόλια
Δείτε όλα τα σχόλια
X Mei
X Mei
3 χρόνια πριν

Με αφορμή το κείμενό σου, αλλά και μια ιστορία κακοποίησης που συνέβη σε μια 53χρονη συνάδελφο μου όταν ήταν 3 χρόνων και που μου είπε πριν λίγες μέρες, θέλω να πω σε όσους έχουν παιδιά να προσέχουν παρά πολύ. Πρέπει να ξέρουμε ανά πάσα στιγμή που είναι τα παιδιά μας και με ποιον. Καλύτερα να είμαστε καχύποπτοι, ακόμα και με συγγενείς και οικογενειακούς φίλους, παρά να συμβεί κάτι κακό στα παιδιά.

μιμόζα
μιμόζα
3 χρόνια πριν

Δεν κατάφερα να το διαβάσω, γιατί τριγκερ, αλλά σου στέλνω μια αγκαλιά.

κόκκινο αυγό
κόκκινο αυγό
3 χρόνια πριν

Λυπάμαι φοβερά, τρομαχτικές εμπειρίες.
Ο παππούλης, οι νεαροί ενήλικοι συναθλητές, το «καλό παιδί» συνάδερφος: όλοι τους εγκληματίες και σεξουαλικοί θηρευτές.

Depon
Depon
3 χρόνια πριν

To διαβασα παρα το τριγκαρισμα που παθαινα σε καθε προταση. Γιατι νιωθω στο πετσι μου το ‘δε θελω τη λεξη ‘θυμα’ να με συνοδευει’. Ευχαριστω που εγραψες.

Konstantinos Sideris
Konstantinos Sideris
3 χρόνια πριν

Μου φαίνεται αδιανόητο!

Lou
Lou
2 χρόνια πριν

Αν θα ζήσεις την υπόλοιπη ζωή σου σαν θύμα δεν εξαρτάται από το αν θα μιλήσεις ανοιχτά για αυτό που σου συνέβη. Έχεις κάποια βιώματα και κάθε δικαίωμα να μιλήσεις για αυτά. Αυτό δεν ακυρώνει τις υπόλοιπες ιδιότητες σου. Όλοι οι άνθρωποι που υποστηκαμε κάποιου είδους βία έχουμε δικαίωμα στη ζωή. Και στη χαρά.