in , ,

Ένα λεσβιακό πάρτι μου δίδαξε πώς να γίνω καλύτερος άνθρωπος

Η Zoe Williams γράφει για τη μέρα που ο δήμαρχος Λέσβου προσπάθησε να απαγορεύσει σε μια παρέα λεσβιών να διασκεδάσουν στο νησί του και εκείνη ήταν εκεί για να καλύψει το γεγονός.

Η Zoe Williams γράφει για τη μέρα που ο δήμαρχος Λέσβου προσπάθησε να απαγορεύσει σε μια παρέα λεσβιών να διασκεδάσουν στο νησί του και εκείνη ήταν εκεί για να καλύψει το γεγονός. ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

elite daily spring breakers

Tο 2000 κάποιοι τακτικοί επισκέπτες του θρυλικού λεσβιακού χώρου Candy Bar του Soho σχεδίαζαν να πάνε ταξίδι στη Λέσβο, το οποίο διαφήμιζαν με ένα φυλλάδιο με τίτλο «wet pussy pool party»,  που με κάποιο τρόπο έφτασε στο γραφείο του δημάρχου του νησιού. Σε μετάφραση στα ελληνικά, έγινε λίγο πιο επίσημο – ένας Έλληνας φίλος μου το μετέφρασε στα αγγλικά ως «εκδήλωση με υγρό κόλπο» – και ο δήμαρχος της Λέσβου απαγόρευσε τις λεσβίες από το νησί. Αποδείχθηκε ότι δεν είχε την εξουσία να το κάνει και πήγαν ούτως ή άλλως.

Πήγα και εγώ για να καλύψω την εκδήλωση για το London’s Evening Standard. Ειλικρινά, θα ήταν πολύ καλύτερα αν είχαν στείλει μια γκέι γυναίκα. Είχα μόνο μια πρόχειρη ιδέα της συμπεριληπτικής γλώσσας, καθώς δεν ήξερα αν έπρεπε να το ονομάσω “λεσβιακό μπαρ” ή απλά να πω “gay bar” και απλώς να αναφέρω αργότερα ότι ήταν γεμάτο γυναίκες.

Τέλος πάντων, έφτασα στη Λέσβο ένα ναυάγιο. Είχα πάει για ύπνο στις 3 το βράδυ, πριν από μια πτήση στις 6 το πρωί. Ο φωτογράφος έπρεπε να ξυπνήσει και τους δύο γείτονές μου στον κάτω όροφο για να με ξυπνήσει. Έφυγα από το διαμέρισμά μου μόνο με το διαβατήριο και τα ρούχα με τα οποία είχα αποκοιμηθεί. Σίγουρα δεν πήρα μαγιό, ούτε καν είχα. Αλλά, μέχρι το μεσημέρι, ήμουν εκεί, στη Λέσβο, στην πισίνα. Ήταν ειδυλλιακά. Όταν προσπαθώ να ανακαλέσω την εικόνα, είναι σαν να θυμάμαι ένα όνειρο για τέλειες διακοπές ή μια διαφήμιση. Ηλιοφάνεια, piña coladas, άντρες που τριγυρνούν παντού σερβίροντας πράγματα, γέλια που ξεσπούν από διαφορετικές ξαπλώστρες, σαν μεξικάνικο κύμα. Όλοι ήξεραν ότι ήμουν δημοσιογράφος, προφανώς, αφού όλοι ήμασταν στην ίδια πτήση, και υπήρχε ένα στοιχείο καχυποψίας, σωστά; Ποιος θα ήθελε, εάν τα νέα για τις προγραμματισμένες διακοπές του είχαν κυκλοφορήσει στις εφημερίδες, οδηγώντας τον δήμαρχο της πόλης να προσπαθεί να το αποτρέψει, ένα τυχαίο άτομο να στέκεται δίπλα σε έναν φωτογράφο, να ερευνά τη σκηνή, για να φτιάξει μια αφήγηση για μια εφημερίδα που δεν είχε ιδέα; Είναι εκπληκτικό, ενθυμούμενη το σκηνικό ότι ντρεπόμουν πάρα πολύ. Νόμιζα ότι ήμουν η Martha Blood Gellhorn.

Το πρόβλημα με αυτό το είδος δημοσιογραφίας είναι ότι είναι μαλακίες. Οι περισσότεροι άνθρωποι δεν είναι μισαλλόδοξοι. Με την οικονομία της Λέσβου να βασίζεται στον τουρισμό, οι περισσότεροι άνθρωποι ήταν πραγματικά χαρούμενοι με τους επισκέπτες και δεν θα σκεφτόντουσαν άλλο από το να τους σεβαστούν παρά να τους δημιουργήσουν εσκεμμένα τροφική δηλητηρίαση. Προσπαθώ λοιπόν να «καλύψω» μια σύγκρουση πολιτισμών – ακαμψία που συναντά τον νεωτερισμό, προκατάληψη εναντίον της ανθρωπότητας, παλιά μίση που αντιμετωπίζουν τη νέα αγάπη – αλλά αυτό δεν υπάρχει στην πραγματικότητα, παρά μόνο στο μυαλό του δημάρχου. Αν κατάφερνα να βρω κάποια σύγκρουση, θα έψαχνα τόσο πολύ που θα έπρεπε να δημιουργήσω μια. Και αυτό θα ήταν πραγματικά άσχημο, και καθόλου αστείο. Και ενώ βρισκόμαστε εδώ, είμαστε απολύτως σίγουροι ότι ο δήμαρχος- που δεν είναι διαθέσιμος για σχόλια- το είπε πραγματικά αυτό;

Τέλος πάντων, μαζεψα πληροφορίες, παίρνοντας συνεντεύξεις από σερβιτόρους και γυμνούς τύπους που νοίκιαζαν ξαπλώστρες, έστειλα το κομμάτι στην Evening Standard από το τηλέφωνο τη δεύτερη μέρα και βγήκε την τρίτη μέρα. Το Διαδίκτυο υπήρχε τότε, είχαμε και τηλέφωνα, αλλά κανείς δεν είχε τόσο αξιόπιστο μέσο για να διαβάσει μια βρετανική εφημερίδα. Και ήμασταν όλοι εκεί για μια ολόκληρη εβδομάδα.

Κάποια τηλεφώνησε στο σπίτι για να ρωτήσει πώς ήταν το άρθρο και η φίλη της είπε: «Μια χαρά ήταν. Υπήρχε ένα σημείο που έλεγε ότι είστε άσχημες, αλλά κατά τα άλλα φαινόταν σαν να περνάτε υπέροχα». Η βόμβα έσκασε. «Είμαστε άσχημες;» φώναξε μια γυναίκα από το βάθος, καθώς διέσχιζα την πισίνα χωρίς να με νοιάζει ο κόσμος. «Θέλεις να μάθεις πώς μοιάζεις εσύ;» «Τρεις μέρες φοράς το ίδιο πουκάμισο!», τόνισε κάποιος άλλος, όχι άδικα. Δεν φορούσα καθόλου αντηλιακό. Ήταν αλήθεια, δεν έδειχνα στα καλύτερα μου. Αλλά το πραγματικό χαστούκι ήρθε όταν ένας νεαρός σερβιτόρος, με εξαιρετικά αγγλικά μου ειπε – «Οι άνθρωποι λένε ότι οι λεσβίες είναι άσχημες, αλλά όλες αυτές είναι όμορφες γυναίκες και είναι τιμή μου να τις σερβίρω».

Το θέμα λύθηκε, έλαβα το άρθρο με φαξ στο ξενοδοχείο, όλοι το διάβασαν, συμφώνησαν ότι ούτε εγώ ούτε οι κάτοικοι της Λέσβου πιστεύαμε ότι ήταν άσχημες. Έμεινε ένα ερωτηματικό σχετικά με  τη βασική αυτο-φροντίδα μου, αλλά μετά από αυτό, ήμουν πια μέλος της ομάδας και κατέληξα να κάνω ντουέτο στο Moon River στις 2 το πρωί με μια γυναίκα, από το οποίο προσπάθησα να αποχωρήσω ως χειρονομία καλής θέλησης και μου είπε να ξεκολλήσω, αλλά με ωραίο τρόπο.

Παρεμπιπτόντως, δεν έμαθα τίποτα για τη σεξουαλικότητά μου. Έμαθα κάτι για τη δουλειά: ότι δεν υπάρχει ο παρατηρούμενος και ο παρατηρητής στη δημοσιογραφία. Κάθε αλληλεπίδραση έχει δύο ίσους ανθρώπους μέσα της, και αν, με την τρελή ύβρη σου, έπαιρνες τη δύναμη να πεις την ιστορία, πρέπει να τη χρησιμοποιήσεις με απόλυτη ταπεινοφροσύνη, γιατί αλλιώς είσαι ηλίθιος. Έμαθα επίσης να πακετάρω πάντα το προηγούμενο βράδυ, αλλά αυτό το μάθημα είναι λίγο πιο δύσκολο.

Από την Zoe Williams

Ακολουθήστε την Α,ΜΠΑ; στο Google News

0 Comments
Ενσωματωμένα σχόλια
Δείτε όλα τα σχόλια