Menu
in

Αγαπητή «Α, μπα»: Ο σούπερ Γρηγόρης είναι κακοποιητικός σύντροφος

Είμαι κάπως γοητευμένη απ’όλη αυτή την καταστροφή

Photo by Ant Rozetsky on Unsplash

Πως είναι δυνατόν ένας τόσο καλός γιος , ξάδερφος , μπατζανάκης (;), κουμπάρος , συγχωριανός να είναι κακοποιητικός σύντροφος; Πρόχθές ήταν της Αγίας Άννας και πήρα τηλέφωνο τη θέια μου για να της ευχηθώ και να μάθω τα νέα από το χωριό . Καραντίνα έχουμε , για τι άλλο να κουβεντιάσουμε; Με ενημέρωσε για τις εξελίξεις στις ” άγριες μέλισσες” , για τα ανύπαρκτα κρούσματα του χωριού ( δεν υπάρχουν ευτυχώς) και για τα κατορθώματα του σούπερ Γρηγόρη. Αχ, αυτός ο Γρηγόρης! Τον γνώρισα όταν η αδερφή του παντρεύτηκε τον ξάδερφο μου, τότε πήγαινε ακόμα σχολείο και δεν υπήρχε περίπτωση να μην τον προσέξεις. Ψηλός , ξανθός , γυμνασμένος , δυναμικός , αστείος , μέσα σε όλα . Να τρέξει , να βοηθήσει , να πιει , να χορέψει ,να , να , να… Ένα κουσουράκι είχε μόνο , δεν τα πήγαινε καλά με το σχολείο . Αν δεν τον πίεζαν οι γονείς του θα το είχε παρατήσει στο γυμνάσιο . Πανελλαδικές δεν έδωσε , πήγε κατευθείαν στα χωράφια . Ήταν χρονιά που οι επιδοτήσεις ήταν στο Θεό και αν έκανε καλό κουμάντο είχες πολύ καλή ζωή ως αγρότης. Δυο χρόνια μετά τον βαφτίσαμε σούπερ Γρηγόρη γιατί ” έσωσε” τη βάφτιση της ανηψιάς του. Είχαν κανονίσει να την κάνουν Πρωτομαγιά σε ένα εκκλησάκι στο βουνό, να βάλουν δύο αρνιά και να γλεντήσουμε στο ξέφωτο που είχε και πέτρινη βρύση . Στο χωριό μου την Πρωτομαγιά ο κόσμος συνήθιζε ανεβαίνει και να ψήνει στο ξέφωτο . Ε , εκείνη τη χρονιά, ανοίξαν οι ουρανοί . Έβρεχε από την παραμονή, συνεχώς και αδιαλείπτως . Που να πάμε , που να ψήσουμε , που να στρώσουμε να φάμε ; Στεναχώρια και κακό και η θεία μου που θα άκουγε το όνομα της να πέσει να πεθάνει . Τότε από το πουθενά ο σούπερ Γρηγόρης βρήκε έναν τσοπάνη με σκεπαστό φούρνο που ανέλαβε τα αρνιά , βρήκε χώρο που τον άνοιξαν για να πάμε να φάμε μετά τη βάφτιση . Ανέλαβε όλες τις μεταφορές ( αρνιά , μπομπονιέρες, δώρα) και ήπιε και χόρεψε κα όλα τα έκανε . Μετά τον έχασα , έμαθα πως αρραβωνιάστηκε μια πολύ καλή κοπέλα από γειτονικό χωριό που σπούδαζε στην Κρήτη αρχαιολόγος . Μετά έμαθα πως χωρίσανε. Μετά έμαθα πως παντρεύτηκε μια άλλη πολύ καλή κοπέλα , έξι χρόνια μεγαλύτερή του που είχε λογιστικό γραφείο με τον πατέρα της και τον αδερφό της στη πρωτεύουσα του νομού μας . Η κοπέλα ήρθε να μείνει στο χωριό στη γνωστή διπλοκατοικία που συναντούμε στην ελληνική επαρχία . Κάτω οι παπούδες , μεςοτοιχία με το τρακτέρ και την αποθήκη με τα καπνά, πάνω το νέο ζευγάρι. Τότε δεν ανέβαινα συχνά κι εγώ έτσι δεν τη γνώρισα ποτέ. Είχαν προβλήματα, ο σούπερ Γρηγόρης έπινε, γυρνούσε και τη χτύπαγε . Κάποια στιγμή , έγινε μεγάλη φασαρία , ήρθε νύχτα ο πατέρας της και την πήρε . Ο σούπερ Γρηγόρης συνέχισε τη θριαμβευτική πορεία του , πρώτος συμμετείχε στις ανάγκες του χωριού και των δικών του , δούλευε πιο πολύ από όλους , έπινε πιο πολύ από όλους κι έμπλεκε πιο συχνά από όλους. Ακόμα και οι γονείς του απομακρύνθηκαν παρόλο που έμεναν πάνω κάτω . Είχε βρει μια καινούρια κοπέλα αλλά κι αυτή τον άφησε γιατί τη χτυπούσε . Τα νέα του ήταν πως γύριζε μόνος του με το αυτοκίνητο μεθυσμένος και βγήκε στα χωράφια και δεν τον έψαξε κανείς και τον βρήκαν την άλλη μέρα με σπασμένα χέρια πόδια . Αυτά λοιπον τα νέα του κι αναρωτιέμαι πως είναι δυνατον να ζει ανάμεσα μας και να συνεχίζει σα να μη συμβαίνει τίποτα και να βρίσκει και καινούριες κοπέλες κι εγώ η ίδια να είμαι μισο γοητευμένη από ολη αυτή την καταστροφή

-Σαββατιανή

 

Δεν το εξηγεί η μισογοητεία σου;

(Επιπροσθέτως, η καρικατούρα του απόλυτα κακού άντρα που κάνει μπαμ από μακριά ότι θα δέρνει γιατί κλωτσάει  κουτάβια στο δρόμο και βρίζει περαστικούς, συσκοτίζει όσο συσκοτίζει το «τέλειο θύμα». Οι άνθρωποι δεν είναι μόνο το ένα ή μόνο το άλλο).

Σχολιάστε