Menu
in

Νέα στήλη: Πώς η γλώσσα που χρησιμοποιούμε εξαφανίζει ή υποτιμά τις γυναίκες επαγγελματίες

«Γιατρός» ή «γιατρίνα»;

Το χειρότερο, νομίζω, με τα στερεότυπα και την παγίωση ιδεολογιών, όπως ο σεξισμός και ο ρατσισμός, είναι όταν τροφοδοτούνται πλέον χωρίς τη θέλησή μας, όταν τα αναπαράγουμε υποσυνείδητα χωρίς καν να το καταλαβαίνουμε. Εγώ, για παράδειγμα, δεν είχα ποτέ αναρωτηθεί γιατί χρησιμοποιούσα τη λέξη γιατρός αντί για γιατρίνα, μέχρι να σπουδάσω Γλωσσολογία και Κριτική Ανάλυση Λόγου. Και τώρα που το συνειδητοποίησα, σκέφτομαι πόσες φορές συνέβαλα κι εγώ άθελά μου στην εξαφάνιση του θηλυκού γένους από τη γλώσσα.

Η γλώσσα είναι ένα κατεξοχήν κοινωνικό κατασκεύασμα, το οποίο αντανακλά τον τρόπο που σκεφτόμαστε και τις κοινωνικές σχέσεις και δομές. Η γλώσσα, όμως, δεν αντανακλά μόνο αλλά ταυτόχρονα διαμορφώνει και την κοινωνία μέσω της τεράστιας δύναμης που διαθέτει να κατευθύνει και να επηρεάζει τη σκέψη μας. Πρόκειται ουσιαστικά για έναν κύκλο, με βάση τον οποίο η γλώσσα καθορίζεται από το κοινωνικό περιβάλλον, αλλά και το ανατροφοδοτεί περαιτέρω. Όταν αυτός ο κύκλος αναπαράγει στερεότυπα και ιδεολογίες που μειώνουν συγκεκριμένες κοινωνικές ομάδες, όπως τις γυναίκες εν προκειμένω, πρέπει να σπάσει, ώστε η γλώσσα να μπορέσει να διαμορφώσει τη σκέψη μας με νέους όρους.

Το πώς θα σπάσει αυτός ο φαύλος κύκλος είναι ένα πρόβλημα που αφορά όλες τις κοινωνικές πρακτικές, άρα και τη γλώσσα. Δύσκολα. Με συνειδητοποίηση αρχικά. Για να σταματήσουν οι λέξεις -με την ιδεολογία που κουβαλούν από πίσω τους- να μοιάζουν τόσο φυσικές.

Ένα κλασικό παράδειγμα, στο οποίο η γλώσσα αντικατοπτρίζει τον τρόπο σκέψης της κοινωνίας μας και την ανισότητα μεταξύ ανδρών και γυναικών στον επαγγελματικό τομέα, είναι η υπεροχή των αρσενικών ουσιαστικών, όταν αναφερόμαστε σε επαγγέλματα που απολαμβάνουν υψηλής κοινωνικής αποδοχής. Οι λέξεις γιατρός, μηχανικός, δικηγόρος (για να ασχοληθούμε με τα πιο διαδεδομένα) είναι αρσενικού γένους και η μόνη επιλογή που έχουμε, για να αναφερθούμε σε γυναίκα που ασκεί αυτό το επάγγελμα είναι απλώς το θηλυκό άρθρο (η γιατρός, η δικηγόρος κλπ).

Αυτό δηλαδή που κάνουμε με τη γλώσσα είναι να εξαφανίζουμε τις γυναίκες από ένα πεδίο δραστηριότητας, το οποίο αφορά ενεργούς, έξυπνους και μορφωμένους ανθρώπους με τη δυνατότητα να βγάλουν πολλά χρήματα. Δεν έχουμε, όμως, άλλη επιλογή; Το χειρότερο είναι ότι η επιλογή που μας δίνεται από τη γλώσσα και η οποία προφανώς αντανακλά το συλλογικό υποσυνείδητο, είναι εξίσου προβληματική. Αν αποφασίσουμε να χρησιμοποιήσουμε τα αντίστοιχα ουσιαστικά θηλυκού γένους (γιατρίνα, δικηγορίνα, βουλευτίνα), όταν βέβαια υπάρχουν, θα διαπιστώσουμε ότι αυτά έχουν αρνητική συνυποδήλωση, αφού σημαίνουν κάτι κατώτερο ή ευτελές για το εν λόγω επάγγελμα και σε καμία περίπτωση δεν έχουν το ίδιο κύρος με τα αντίστοιχα αρσενικά.

Αν ψάξει κανείς στον Εθνικό Θησαυρό Ελληνικής Γλώσσας, το βασικότερο σώμα ελληνικών κειμένων με πάνω από 47 εκατομμύρια λέξεις, θα διαπιστώσει ότι η λέξη γιατρίνα εμφανίζεται μόνο 24 φορές! Οι προτάσεις, μάλιστα, στις οποίες εμπεριέχεται, είναι ενδεικτικές:

«Δεν μου έκανε καρδιά να ερωτευτώ καμία από τις γιατρίνες ή τις νοσοκόμες»

«Η γιατρίνα αισθάνθηκε ταπεινωμένη»

«Ο Σάκης να μπλέξει με μία γιατρίνα που ‘χε τις γκόμενες δέκα το μήνα;»

Πουθενά δεν εμφανίζεται αυτή η λέξη σε μια πρόταση που δηλώνει καθαρά και μόνο το επάγγελμα ενός ανθρώπου, όπως το αρσενικό ουσιαστικό γιατρός. Για τη λέξη δικηγορίνα δεν μπόρεσα να βρω δεδομένα, γιατί απλώς εμφανίζεται μόνο 2 φορές.

Μπορούμε, συνεπώς, να μιλήσουμε για διπλή παγίδευση των γυναικών. Αν μια γυναίκα αποφασίσει να χρησιμοποιήσει το θηλυκό ουσιαστικό, για να αναφερθεί στον εαυτό της και τη δουλειά της, τότε κινδυνεύει να μην την πάρουν στα σοβαρά και να παρουσιαστεί ως κατώτερη. Αν θελήσει να αποφύγει αυτόν τον κίνδυνο και χρησιμοποιήσει την παραδοσιακή λέξη, το αρσενικό δηλαδή ουσιαστικό, τότε διαιωνίζει την κατάσταση και τη γλωσσική παγίωση της υποτίμησης των γυναικών.

Λίγες γυναίκες έχουν το θάρρος να σπάσουν αυτό το φαύλο κύκλο. Για να μπορέσει να γίνει κάτι τέτοιο, θα πρέπει γυναίκες εγνωσμένου κύρους, των οποίων η θέση και η υπόληψη δεν διακυβεύεται, να τολμήσουν να προωθήσουν τη γλωσσική αλλαγή χρησιμοποιώντας τη θηλυκή εκδοχή των ουσιαστικών, όταν αναφέρονται στον εαυτό τους. Όπως κάποιες εμπνευσμένες καθηγήτριες πανεπιστημίου στην Ελλάδα που υπογράφουν ως κοσμητόρισσα και όχι κοσμήτωρ.

Μάθαμε πως το «φυσιολογικό» σε αυτά τα ουσιαστικά (μα και στο άνθρωπος ακόμα) είναι το αρσενικό. Το να το ξεμάθουμε είναι σίγουρα μια πολύ καλή αρχή.

Σχολιάστε