Menu
in ,

Συναίνεση

Το «όχι σημαίνει όχι» και μια μικρή προσωπική ιστορία

Σχετικά με το νόημα της συναίνεσης, ως τώρα δεν έχω συμπεριλάβει σε ό,τι γράφω το μότο και το νόημα του “No Means No”. Του «όχι σημαίνει όχι». Πράγματι, δεν το έχω αναφέρει πουθενά, ούτε στο πρώτο-πρώτο κείμενο που είχα γράψει για το φεμινισμό και το βιασμό, ούτε στο πιο μετέπειτα για την κουλτούρα του βιασμού. Εκεί μιλάω κατευθείαν για το «ναι». Λέω:

Πρέπει να φύγουμε από το αν «προκαλούν» τα κορίτσια και να επικεντρωθούμε στο πώς φέρονται τα αγόρια. Το θέμα δεν είναι να μάθουμε στα κορίτσια να προστατεύονται, το θέμα είναι να διδάξουμε στα αγόρια, από πολύ μικρά- το νόημα της συναίνεσης. Να μάθουν το απλούστατο «θέλεις;» «Ναι, θέλω». Να μάθουν το ναι.

Οι λόγοι που δεν μίλησα για το No Means No, που υπήρξε το επίσημο σλόγκαν της συναίνεσης τις τελευταίες δεκαετίες, πριν το #metoo ήταν πολύπλοκοι.

Ένας ήταν η φρίκη που συνέβη στην Αμερική με μια αδελφότητα στo Yale όπου το παράφρασαν ως “No means Yes and Yes means Anal”, και το ανέβασαν πανό στις εστίες του Πανεπιστημίου και το τραγουδούσαν ως εμβατήριο κάτω από τα δωμάτια των (τρομοκρατημένων) κοριτσιών. (Όλη η καταγραφή υπάρχει στο ντοκιμαντέρ The Hunting Ground).

Δεν ήταν μόνο αυτό. Ήταν και ότι το «όχι» θα έπρεπε να είναι το τελευταίο οχυρό, όταν ήδη τα πράγματα έχουν πάρει άσχημη τροπή. Όταν ήδη τα όρια έχουν ξεπεραστεί. Γιατί, στην πραγματική ζωή, δείχνουμε το «όχι» με πολλούς τρόπους, πριν χρειαστεί να το πούμε.

Κι όταν θες να κάνεις σεξ με κάποιον, δεν μπορεί να μην δίνεις σημασία σε όλη τη γλώσσα του σώματός του, στις εκφράσεις του προσώπου του, σε ό,τι φαίνεται να αισθάνεται εκείνη τη στιγμή. Δεν γίνεται να θεωρείς ότι όλα είναι φίνα κι ότι έχεις το πράσινο φως, μέχρι να ακούσεις το «όχι». Δεν είσαι μόνος σου. Έχεις έναν άλλον άνθρωπο απέναντί σου.

Σκέψου μια οποιαδήποτε άλλη δραστηριότητα που ενδιαφέρεσαι να κάνεις με έναν άλλον άνθρωπο: Θες να χορέψετε, θες να πάτε για φαγητό, θες να παίξετε τένις, θες να πάτε για κανό. Δεν θα ρωτήσεις πρώτα αν θέλει; Θα του πετάξεις κατευθείαν στη μάπα ένα κουπί;

Αλλά οι λόγοι δεν είναι καν μόνο αυτοί. Είναι και ότι για μια μεγάλη μερίδα γυναικών, είναι πολύ δύσκολο να πουν το «όχι». Για πάρα πολλούς λόγους. Γιατί έχουν μάθει να είναι υποχωρητικές, δεκτικές και ευγενικές, έχουν μάθει να είναι «καλά κορίτσια» και να μην στεναχωρούν κανέναν, έχουν μάθει να κάνουν στους άλλους τα χατίρια, ακόμα κι αν είναι εις βάρος τους. Ή δεν μπορούν να πουν όχι γιατί δεν είναι νηφάλιες ή γιατί έχουν παραλύσει από το φόβο.

Αν κάποια δεν πει τίποτα ή δεν μπορεί να πει τίποτα, αυτό δεν σημαίνει συναίνεση. Δεν μπορεί να το θεωρούμε αυτό συναίνεση. Συναίνεση είναι μόνο το ενθουσιώδες «Ναι».

Έχει ήδη αρχίσει να εξαπλώνεται σαν ιδέα το Yes means Yes, σαν εξέλιξη της προηγούμενης καμπάνιας. Και συχνά, λέω:

Βέβαια, αυτό που πρέπει πρώτα να λύσουμε είναι το ότι στην κοινωνία μας, η γυναικεία σεξουαλικότητα είναι ταμπού. Οι γυναίκες δεν έχουν δικαίωμα να θέλουν σεξ για το σεξ, και θεωρείται σκανδαλώδες και προκλητικό και κατακριτέο το να λένε με ενθουσιασμό το «ναι».

Γιατί οι γυναίκες, ως αντικείμενα του σεξ, στην πατριαρχική μας κοινωνία, για να έχουν αξία, πρέπει να είναι «δύσκολες». Το σεξ γι’ αυτές είναι το κύριο μέσον συνδιαλλαγής. Αν το δίνουν παντού, τσάμπα, είναι «φτηνές». Ακόμα και οι λέξεις που χρησιμοποιούνται -ίσως και ασυνείδητα-έχουν ξεκάθαρο νόημα στα πλαίσια της πατριαρχίας.

Μου είχε στείλει ένας φίλος το παρακάτω, που βρήκα τρομερά εύστοχο. Επώδυνα εύστοχο:

«Υπάρχει ένας κοινωνικός ρόλος των γυναικών να αντιστέκονται εικονικά σε κομμάτια της σεξουαλικής πράξης ως μέρος του παιχνιδιού. Πολλές γυναίκες λένε πχ «όχι δεν θέλω από πίσω» αλλά ο άλλος κρίνει απ’ το πόσο έντονη είναι η αντίδραση και προχωράει αναλόγως, άλλες λένε όχι στο σεξ και αν δεν τις πιέσεις κάνα εικοσάλεπτο δεν αφήνονται ενώ αυτό θα ήθελαν, άλλες παριστάνουν τις μεθυσμένες για να δικαιολογήσουν το ότι κάνανε σεξ απ’ το πρώτο ραντεβού. Ειδικά κάποια χρόνια πριν, αν δεν πίεζες λίγο έκανες σπάνια σεξ. Θυμάμαι πόσο φρίκαρε μια όταν με το πρώτο που είπε αχ δεν θέλω σεξ, ας μείνουμε φίλοι καλύτερα, σηκώθηκα, απομακρύνθηκα και της είπα οκ, φίλοι. Αυτή η σύγχυση έχει οδηγήσει και καλά παιδιά στο να κάνουν ενίοτε σεξ χωρίς απόλυτη συναίνεση, δηλαδή , κατά κάποιο τρόπο, να βιάσουν».

Απάντησα:

«Αυτό που περιγράφεις είναι κομμάτι του τι κακό έχει κάνει η πατριαρχία. Οι γυναίκες έχουν μάθει ότι ο άλλος πρέπει να προσπαθήσει, να διεκδικήσει, να το κυνηγήσει, για να μην θεωρηθούν εύκολες, ενώ και οι ίδιοι οι άντρες το θέλουν (υποσυνείδητα), για να μην πέσουν οι γυναίκες στα μάτια τους ως εύκολες, και φτάνουμε στο ότι το όχι δεν σημαίνει όχι.

Για να τα ανατρέψει αυτά έγινε η καμπάνια No means No, που επειδή δεν έγινε αρκετά πιστευτή, για τους λόγους που είπαμε παραπάνω, αντικαταστάθηκε από το ότι συναίνεση είναι να έχεις λάβει ενθουσιώδες ΝΑΙ.»

Αυτά που είπε ο φίλος δεν είναι δικαιολογίες επίδοξων βιαστών. Αυτά που είπε ο φίλος είναι αδιανόητα αν κάτσεις και το σκεφτείς λογικά, αλλά είναι πέρα για πέρα αληθινά.

Και το λέω για να μην ακούσουμε ξανά το ειρωνικό «ΟΚ, για όλα φταίνε οι άντρες, το καταλάβαμε». Γιατί εννοείται πως με αυτά τα πιστεύω έχουν μεγαλώσει και οι ίδιες οι γυναίκες.

Ότι πρέπει να φέρονται έτσι. Και δεν το βλέπουν καν σαν «πρέπει». Το βλέπουν ότι έτσι είναι ο κόσμος, έτσι είναι φτιαγμένα τα φύλα, ότι αυτό είναι το φυσιολογικό, αυτό είναι το σωστό. Δεν είναι εύκολο σε καμία γυναίκα να αντιτεθεί σ’ αυτό.

Σκέψου ότι ακόμα και οι ίδιες οι γυναίκες παραδοσιακά φοβούνται (δηλαδή, δεν αποδέχονται) την ίδια τους τη σεξουαλικότητα. Η γυναικεία αυτοϊκανοποίηση έχει λίγες δεκαετίες που θεωρείται φυσιολογική. Και θα βρεις σίγουρα κάποια που ακόμα δυσκολεύεται να το παραδεχτεί.

Η πορνογραφία πολύ πρόσφατα θεωρείται κι αυτή «επιτρεπτή» για τις γυναίκες. Κι αν κάποια δει και πει «α πα πα, δεν είναι για μένα αυτά», και αηδιάσει και το κλείσει, μπορεί να μην της περάσει καν απ΄ το μυαλό ότι νιώθει έτσι όχι επειδή δεν θα απολάμβανε θεωρητικά την πορνογραφία, αλλά επειδή η πορνογραφία όπως έχει διαμορφωθεί, με τα πρότυπα της πατριαρχίας, ναι, σε τεράστιο βαθμό είναι τρομακτική, γιατί είναι κακοποιητική.

Είναι τρομερά δύσκολο να αποτινάξεις το αόρατο πέπλο που καλύπτει την πραγματικότητα, που αν δεν ψάξεις, δεν ξέρεις ότι είναι εκεί. Είναι τεράστια η διαδικασία συνειδητοποίησης, το να δεις ότι όλο αυτό το πράγμα δεν έχει λόγο ύπαρξης πλην της καταπίεσης, και ότι είναι «φορετό» και όχι «φυσιολογικό».

Χρειάζεται να προσπαθήσεις για να ξε-μάθεις ό,τι έχεις ακούσει όλη σου τη ζωή. Χρειάζεται τεράστια δύναμη για να πετάξεις στα σκουπίδια το πώς σε έμαθαν ότι πρέπει να φέρονται τα δύο φύλα.

Γνώρισα το Αγόρι-Καράτε-Οικοδομή (γνωστό και ως Το Καλύτερο Σεξ της Ζωής Μου) ανήμερα Κυριακή του Πάσχα, νομίζω το 2007. Στα 30. Είχα χωρίσει πριν κάτι μήνες με Άχρηστο Παλιοκαργιόλη (από σχέση χωρίς σεξ), και είχα βγει χαλαρά με τη φίλη μου τη Μαρία στο Motel.

Ήσυχα. Δεν είχε πολύ κόσμο το Motel εκείνο το βράδυ, ποιος βγαίνει Κυριακή του Πάσχα, ποιος πάει να χορέψει House; Κανείς.

Μέχρι που κατά τις 3, σε σλόου μόσιον, εμφανίζεται με φίλο του το Αγόρι Καράτε Οικοδομή, μέσα στο μαγαζί. Μας πέφτει το σαγόνι. Και των δύο. Ξεροκαταπίνω. Γυρνάω και της λέω «ΟΚ, ψυχραιμία, παρα-είναι ωραίος», και συνεχίζω να χορεύω. Καμιά ώρα μετά, κάποια στιγμή, με έχουν χτυπήσει οι χρυσές μπότες, έχουμε κάτσει να ξαποστάσουμε σε ένα σκαλί, έρχονται κάθονται δίπλα μας με το φίλο.

Γυρνάω προς τη Μαρία γιατί δεν μπορώ να το ελέγξω, χαχανίζω σα χαζή. Θα ‘ταν τρία λεπτά μετά, νιώθω τοκ-τοκ στον ώμο, γυρνάω, εκείνος. Λέει «θα γυρίσεις να χορέψεις και λίγο από αυτή τη μεριά»;

Ανταλλάξαμε τηλέφωνα εκείνο το βράδυ. Βγήκαμε για ποτό λίγες μέρες μετά, μετά το τρίτο «αυτάααα», έπινα το νερωμένο Haig και σκεφτόμουν ότι είναι τόσο καλό παιδί, κρίμα που δεν έχουμε καθόλου μα καθόλου κοινά.

Με γύρισε σπίτι, μέναμε κοντά, ήξερα ότι δεν θα τον έβλεπα ξανά. Αλλά οκ, όταν έκανε να με φιλήσει, τον φίλησα κι εγώ, μακάρι να ταιριάζαμε γενικά.

Και φιληθήκαμε. Για ώρα. Και, για πρώτη φορά στη ζωή μου και στα χρονικά, ένιωσα ότι ήταν τόσο μα τόσο μα τόσο σωστά, το πώς φιλούσε, πώς με κρατούσε και δεν ξέρω τι άλλο, σοβαρά, που σε μια πρωτοφανή πρωτοβουλία για τα ως τότε δεδομένα μου, αποτραβιέμαι λίγο και του λέω: «μήπως θέλεις να έρθεις πάνω;»

Με κοιτάζει διερευνητικά.

Μου λέει «είσαι σίγουρη;»

«Ναι», του λέω, «τώρα είμαι σίγουρη».

Σχολιάστε