in

Στο ραφτάδικο του κυρ Ανέστη

Η ζωή μπορεί να βγει και με τις βελόνες και τις κλωστές, δεν τρέχει τίποτα, έτσι κι αλλιώς όλοι στο ίδιο καζάνι βράζουμε

Του πήγαινα τα παντελόνια του Νίκου. Ο ίδιος ντρεπόταν να πάει στον ράφτη, μια ντροπή που είχε πια γίνει βολική κι απαραβίαστη, από χρόνια παγιωμένη στο ότι για τις δουλειές αυτές φρόντιζαν αποκλειστικά οι δικοί του. Έτσι έπρεπε να κάνω κάθε φορά την ίδια αμήχανη ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

83225830 2559911554249551 7287232691424985088 n

Είχε το μαγαζί του στη Θεμιστοκλέους. Έστριβα αριστερά στη γωνία από το γραφείο στη Σόλωνος και σε τριάντα μέτρα έφτανα στην πόρτα, με την τσάντα στο χέρι. Στο ραφτάδικο του κυρ Ανέστη. Ο χώρος μύριζε ύφασμα και τσιγαρίλα: παντού βρίσκονταν αραδιασμένα ρούχα, καλυμμένα από ένα πέπλο καπνού – ο κυρ Ανέστης ήταν φουγάρο. Στον τοίχο κολλημένο ένα χαρτί που έγραφε «τα ρούχα πρέπει να τα πλένετε πριν τα φέρετε». Στο νου μου τρύπωσαν εικόνες λέρας και δυσωδίας, που κατέστησαν τις συγκεκριμένες γραπτές οδηγίες απαραίτητες.

Του πήγαινα τα παντελόνια του Νίκου. Ο ίδιος ντρεπόταν να πάει στον ράφτη, μια ντροπή που είχε πια γίνει βολική κι απαραβίαστη, από χρόνια παγιωμένη στο ότι για τις δουλειές αυτές φρόντιζαν αποκλειστικά οι δικοί του. Έτσι έπρεπε να κάνω κάθε φορά την ίδια αμήχανη, άβολη συζήτηση για το τριμμένο ύφασμα στο σημείο του καβάλου – μια επιδιόρθωση στην οποία ο κυρ-Ανέστης ήταν βιρτουόζος. Η φάση πίκαρε τη φορά που στο μαγαζί βρισκόταν ένας φίλος του, ο οποίος, καπνίζοντας μακαρίως το τσιγάρο του, υπερθεμάτισε με ράθυμη, βαριά φωνή: «Ο καβάλος στο παντελόνι είναι μια πολύ σοβαρή υπόθεση». Κι εγώ ένιωσα, την ίδια στιγμή, σα να παίζω στα «Φτηνά τσιγάρα» του Χαραλαμπίδη και τεράστιο κορόιδο, που καθόμουν και μιλούσα για τη φθορά που προξενούσαν τα απόκρυφα του αντρός μου με αργόσχολους άγνωστους.

Τον κυρ-Ανέστη τον συμπαθούσα πολύ, ίσως γι’ αυτό να συνέχισα να πηγαίνω χωρίς πολλές αντιρρήσεις. Ήταν από τους ανθρώπους που, χωρίς να τον γνωρίζω καλά, με έκανε να νιώθω πολύ άνετα. Ζεστά χαμόγελα, φωτεινές ματιές, ψιλοκουβέντες στον ενικό που ξεχείλιζαν από αμοιβαία συμπάθεια και οικειότητα: δεν είναι κάτι που συμβαίνει συχνά, γι’ αυτό κι αναγνωρίζω αυτές τις σχέσεις χαμηλών συχνοτήτων ως κάτι πολύτιμο. Βέβαια, κύριος υπεύθυνος γι’ αυτό το ταίριασμα ήταν ο κυρ-Ανέστης: η καταδεκτική, γλυκιά του μορφή τον έντυνε με έναν αέρα καλοσύνης και ανθρωπιάς που υπερέβαινε την απεριποίητη, ταλαιπωρημένη του θωριά – ή μάλλον, η τσαλακωμένη εικόνα του ενίσχυε την αίσθηση της ευπρόσδεκτης, καθησυχαστικής χαλαρότητας, που μετέδιδε αβίαστα: ότι η ζωή μπορεί να βγει και με τις βελόνες και τις κλωστές, δεν τρέχει τίποτα, έτσι κι αλλιώς όλοι στο ίδιο καζάνι βράζουμε. Ένας απλός, τίμιος τρόπος να βγάζεις το ψωμί σου, που σε αφήνει να είσαι ευγενής και κουλ με τον παλιό, ουσιαστικό, σοφό στην τελική τρόπο – αυτά «άκουγα» κάθε φορά που περνούσα το κατώφλι του, γιατί μάλλον αυτά ήθελα να ακούσω. Και γλύκαινα κι εγώ μαζί του.

Όταν με τον Νίκο άρχισε ο ντουβρουτζάς του χωρισμού, είχαν ξεμείνει στον κυρ-Ανέστη δυο παντελόνια του. Όχι στο μαγαζί στη Θεμιστοκλέους, από αυτό τα είχε μαζέψει και είχε φύγει άρον άρον λίγο πριν του κάνουν έξωση – έχει κι ο λιτός βίος τα δικά του προβλήματα. Ένα πρόχειρο χαρτάκι κολλημένο στη τζαμαρία έδινε τις πληροφορίες μεταστέγασης: το ραφτάδικο είχε μεταφερθεί στην Ακαδημίας, σε έναν ημιόροφο. Φυσικά, για να πάω εγώ να τα παραλάβω ούτε κουβέντα. Μέσα στην τσουλήθρα που είχε πάρει η ζωή μας μου φαινόταν, πέραν από αβαρία χωρίς πλέον αιτία, άχθος αβάσταχτο. Όμως ούτε κι ο Νίκος το έπαιρνε απόφαση να πάει να τα ζητήσει – δύσκολο πράγμα να αρχίζεις τέτοιου είδους λάντζες στα σαράντα σου, η ντροπή του είχε γίνει πια μπετόν αρμέ. Μια μέρα πέτυχα τον κυρ-Ανέστη στο δρόμο. «Κυρία Ρούσου, έχω κάτι παντελόνια σου» μου είπε με το χαμόγελο στα χείλη, «πέρνα όποτε μπορείς να τα πάρεις». «Ναι, θα έρθω κυρ-Ανέστη», του αποκρίθηκα. Όμως δεν το έκανα ούτε αυτή τη φορά. Είχε γίνει μπετόν αρμέ και η δική μου η θλίψη.

Ένα μεσημέρι χτύπησε το κινητό, στην οθόνη εμφανίστηκε ένα σταθερό τηλέφωνο από το κέντρο της πόλης. «Από τον κυρ-Ανέστη τηλεφωνώ», μου απάντησε μια γυναικεία φωνή. «Έχετε εδώ δυο παντελόνια». «Ναι βέβαια, θα περάσω» έσπευσα να της απαντήσω. «Μην αργήσετε μόνο, γιατί τακτοποιώ τις εκκρεμότητες». «Πού είναι ο κυρ-Ανέστης;» ρώτησα, μαντεύοντας ήδη την απάντηση. «Πέθανε, καρκίνος του πνεύμονα, πριν λίγες ημέρες, ήταν άρρωστος τους τελευταίους μήνες», η γυναίκα έδωσε και σε μένα τις άσχημες εξηγήσεις. Το ραφτάδικο φουλ στην τσιγαρίλα, η εικόνα που ξεπήδηξε στο νου μου στο άκουσμα του θανάτου του. Αυτή τη φορά πήγαμε μαζί: εγώ ανέβηκα για να πάρω τα ρούχα κι ο Νίκος περίμενε στην Ακαδημίας. Η στιγμή που του έδινα την τσάντα έφερε το ειδικό, στενόχωρο βάρος του τελεσίδικου: ένας ακόμα μικρός θάνατος στο μακελειό που λέγεται διαζύγιο, αυτή τη φορά αντάμα με έναν μεγάλο, κανονικό. Έκανα μεταβολή και κατηφόρησα τη Θεμιστοκλέους προς την Ομόνοια. Ο Νίκος δεν είδα προς τα που τράβηξε.

Ακολουθήστε την Α,ΜΠΑ; στο Google News

18 Comments
δημοφιλέστερα
νεότερα παλαιότερα
Ενσωματωμένα σχόλια
Δείτε όλα τα σχόλια
εξωγήινη
εξωγήινη
4 χρόνια πριν

Αυτός ο Νίκος, ότι και καλά από ντροπή δεν πήγαινε τα ρούχα του στον ράφτη; Βολεμένος μου φαίνεται όπως άπειροι άντρες που έχουν από πίσω τις μητέρες του και μετά τις γυναίκες τους να τους υπηρετούν. Ας τον άφηνε χωρίς τα παντελόνια στο τέλος, έλεος κάπου.

Louise B.
Louise B.
4 χρόνια πριν

Ροζίτα σήμερα αναρωτιόμουνα πού είσαι και πότε θα διαβάσουμε κάτι καινούργιο από εσένα. Ωραίο, διαφορετικό κείμενο, αλλά να επανέλθεις με τα ερώτικα γιατί είναι γκίλτι πλέζουρ.

Εντελβάις
Εντελβάις
4 χρόνια πριν
Απάντηση σε  Louise B.

Κι εγώ θέλω απεγνωσμένα κανένα ρομάντζο γιατί με τα σημερινά κείμενα δε φτάνει που έχω πυρετό, έχω πλαντάξει και στο κλάμα.

Neverlander
Neverlander
4 χρόνια πριν

Δεν το έχω διαβάσει καν, ηρθα να αφησω ενα ΕΠΙΤΕΛΟΥΣ κ να φυγω🥳🥳

Eleanor Oliphant
Eleanor Oliphant
4 χρόνια πριν
Απάντηση σε  Neverlander

Ναιιιιι🥳

lioness
lioness
4 χρόνια πριν

Κουλός ήταν ο Νίκος?

Xrist
Xrist
4 χρόνια πριν

Μου έκανε εντύπωση ο χαμηλός αριθμός upvotes (1!) (που σημαίνει ότι το ποστ έγινε μαζικά downvoted). Αυτο με έκανε να αναρωτηθω τους πιθανούς λόγους που ένα τόσο καλογραμμένο κείμενο όχι απλώς δεν ενθουσίασε, όπως θα περίμενα, αλλά προκάλεσε δυσαρέσκεια. Κρίνοντας από την περιρρεουσα ατμόσφαιρα στα σχόλια, οι αναγνώστες αισθάνονται μάλλον ότι διαβάζουν κάτι βιωματικό από το οποίο πρέπει σώνει και καλά να ψαχουλεψουν το ποιον του υποθετικου αφηγητή και να τον κρίνουν. Λίγο η κεκτημένη ταχύτητα λόγω αμποερωτησεων, λίγο οι εμμονές που φαίνεται να έχουν καλλιεργηθεί, κάνουν την προσπάθεια κάποιων να εκδώσουν πιστοποιητικό φρονηματων σε ΦΑΝΤΑΣΤΙΚΟΥΣ χαρακτήρες μυθιστορηματος, σχεδόν κωμική.

Xthesini
Xthesini
4 χρόνια πριν
Απάντηση σε  Xrist

Είμαι σχεδόν βέβαιη ότι το κείμενο είναι όντως βιωματικό και οι χαρακτήρες καθόλου φανταστικοί. Ωστόσο κι εγώ βρήκα τα σχόλια στα οποία αναφέρεσαι εντελώς άστοχα, το βόλεμα του πρώην συζύγου δεν είναι το point εδώ. Μου φάνηκε καλογραμμένο και συγκινητικό.

kaiti
kaiti
4 χρόνια πριν
Απάντηση σε  Xrist

Επί λεξει. Πρώτο σε ψήφους σχόλιο γιατί ο Νίκος δεν πήγαινε μόνος του στο ράφτη (!)

Ιζόλδη
Ιζόλδη
4 χρόνια πριν
Απάντηση σε  Xrist

I second that!
Εδώ πέθανε ο κυρ Ανέστης και ασχολούμαστε με το Νίκο, που πήρε και πόδι τελικά.
Πολύ καλογραμμένο κείμενο ομολογουμένως

Μάνα Κουράγιο
Μάνα Κουράγιο
4 χρόνια πριν

Πολύ ωραίο!

TER
TER
4 χρόνια πριν

Ρε κορίτσια, θα μας πεθάνετε σήμερα. Πλάνταξα δυο φορές.😢

Xrist
Xrist
4 χρόνια πριν

Υπέροχο…

no_roots
no_roots
4 χρόνια πριν

“η ζωή μπορεί να βγει και με τις βελόνες και τις κλωστές, δεν τρέχει τίποτα”
Σαν τί θα μπορούσε να τρέχει δηλαδή;

“έχει κι ο λιτός βίος τα δικά του προβλήματα”
Γιατί λιτός; Αν ήταν μόδιστρος και όχι ράφτης θα ήταν λιγότερο λιτός ο βίος, με μεγαλύτερο δικαίωμα στα προβλήματα;

Κάπως αφ’ υψηλού χωρίς λόγο μου φάνηκε.

loglady
loglady
4 χρόνια πριν

Πολύ ωραίο, Ροζίτα, ευχαριστούμε!