in

Iστορίες από την Ελληνική επαρχία: Ανύπαντρα Παιδιά

Ο Βαγγέλης Μακρής γράφει στο «Α, μπα» ιστορίες εμπνευσμένες από την ζωή στην ελληνική επαρχία

Εάν είσαι γυναίκα πάνω από εξήντα και έχεις παιδιά κοντά στα τριάντα ή ακόμα χειρότερα κοντά στα σαράντα δεν υπάρχει περίπτωση να μην έχει ακούσει την ερώτηση «Πάντρεψες κανένα παιδί;» τουλάχιστον μια φορά στην ζωή σου ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

Καταγραφή 22 311x311 1
Φώτο: Άννα Κόκορη

«Αφορμή για όσα θα διαβάσετε στάθηκε η πρόταση της Λένας να γράψω κάτι στο site για το χωριό μου μετά απo μια ανάρτηση μου  στο Facebook σχετικά με αυτό. Σκέφτηκα ότι έχω περισσότερο υλικό μέσα μου για την ελληνική επαρχία που μεγάλωσα, σπούδασα και έζησα.  Πρότεινα να κάνω μια σειρά ιστοριών. Τα πρόσωπα, τα γεγονότα και οι ατάκες που θα διαβάσετε μπορεί να φιλτράρονται με χιούμορ αλλά όλα είναι αληθινά. Είναι αληθινά αλλά δεν έχω μοιραστεί τα πάντα. Πιστεύω στην αφαίρεση όταν γράφεις κάτι προσωπικό και στα κομμάτια που πρέπει να κρατάς για τον εαυτό σου. Όπως έλεγα πριν όλα φιλτράρονται μέσα από χιούμορ. Σε αυτό βοήθησε η χρονική απόσταση. Τότε δεν έβλεπα τα πάντα με χιούμορ. Αυτό είναι το καλό με το πέρασμα του χρόνου. Κάτι που σου φαίνεται δυσβάσταχτο  την στιγμή που συμβαίνει, ανακαλύπτεις τελικά καθώς το ξανακοιτάς μετά από καιρό ότι ήταν απλά αστείο. Ελπίζω να τις απολαύσετε όπως και εγώ όταν τις έγραφα».

 

Εάν είσαι γυναίκα πάνω από εξήντα και έχεις παιδιά κοντά στα τριάντα ή ακόμα χειρότερα κοντά στα σαράντα δεν υπάρχει περίπτωση να μην έχει ακούσει την ερώτηση «Πάντρεψες κανένα παιδί;» τουλάχιστον μια φορά στην ζωή σου. Η ερώτηση γίνεται αιφνιδιαστικά με το καλημέρα συνήθως από γυναίκες στην ίδια ηλικία με εσένα, που μπορεί να έχουν να σε δουν έναν αιώνα, να μην ξέρουν εάν ζεις ή εάν πέθανες, αλλά να έχουν αυτή την απορία όταν σε συναντήσουν. Έχω δει τα καλοκαίρια να γίνεται σε καφέ της παρηγοριάς σε μνημόσυνο, μέσα σε σούπερ μάρκετ, στον δρόμο. Άνθρωποι συναντιούνται μετά από καιρό. Οι ρυτίδες έχουν σκάψει τα πρόσωπα τους. Φυσιογνωμικά κάτι τους λες αλλά δεν είναι και σίγουροι. Όμως η απορία παραμένει: «Πάντρεψες κανένα παιδί;»

Τι θα εξαρτηθεί από την απάντηση σου; Η είσοδος σου σε εκείνο το κλαμπ που μπορεί να μην είναι τόσο κλειστό και προνομιούχο όσο το Ekali club αλλά όσο να πεις έχει την αίγλη του. Ανήκεις στις γυναίκες που πάντρεψαν ένα (τουλάχιστον) παιδί. Κάτι είναι και αυτό. Και η κουβέντα μπορεί να συνεχιστεί. Εάν έχεις παντρέψει παιδί. Γιατί εάν δεν έχεις παντρέψει κανένα παιδί δεν θα μπορέσεις να συνεχίσεις την κουβέντα και θα μεσολαβήσει αυτή η αμήχανη σιωπή, γιατί άμα δεν έχεις παντρέψει κανένα παιδί, τι να πεις για το παιδί;

Πρώτη φορά ακούω την ερώτηση μέσα στην θάλασσα. Την απευθύνει μια κυρία, που απ’ ότι καταλαβαίνω από την συζήτηση που έχει προηγηθεί έχει ένα εξοχικό στην περιοχή, σε μια άλλη κυρία που έχει καιρό να δει . Η κυρία απαντά «Όχι ακόμα» και δεν προλαβαίνει να απευθύνει την ίδια ερώτηση στην άλλη κυρία, γιατί η άλλη κυρία ξέρει τι θα ρωτήσει και ξεκινά να της λέει για τα τρία παιδιά της που είναι παντρεμένα. Δηλαδή όχι ακριβώς και τα τρία. Το τρίτο, ο γιός της ,παντρεύεται το Σεπτέμβρη αλλά προφανώς πιάνεται για παντρεμένο, γιατί τι μπορεί να πάει στραβά τον Αύγουστο και να αναβληθεί ο γάμος; Οπότε τρία στα τρία. ΦΑΕ ΤΗΝ ΣΚΟΝΗ ΜΟΥ. Εντάξει αυτό δεν το λέει αλλά υποθέτω ότι το σκέφτεται. Μετά αρχίζει να πλέκει το εγκώμιο των γαμπρών μέσα στην θάλασσα στο γνωστό στατικό κολύμπι «κουνάω πόδια και μιλάω παραμένοντας στο ίδιο σημείο». Από αυτά που λέει συμπεραίνω ότι οι γαμπροί μοιάζουν με τον Ράιαν Γκόσλινγκ, έχουν το μυαλό του Στίβεν Χόκινγκ και την ψυχούλα της Μητέρας Τερέζας. ΕΙΝΑΙ ΚΕΛΕΠΟΥΡΙΑ. Αλλά πώς να μην είναι κελεπούρια και τι κορίτσια πήραν;

Η άλλη γυναίκα που δεν ξέρω πόσα παιδιά έχει άλλα σίγουρα δεν έχει παντρέψει κανένα παιδί ακόμα, κοιτάζει σαν υπνωτισμένη την γυναίκα που έχει παντρέψει (σχεδόν) τα τρία της παιδιά. Όταν τελειώνει την αφήγηση της για τα συναρπαστικά προτερήματα των γαμπρών, στρέφει το κεφάλι της με μια ελαφρά κλίση προς τα δεξιά, σηκώνει λἰγο το πιγούνι της και λέει κοιτάζοντας λοξά την κυρία που δεν έχει παντρέψει κανένα παιδί: «Γρήγορα και στα δικά σου τα παιδάκια».

Και έτσι όπως την βλέπω την κυρία που έχει παντρέψει (σχεδόν) και τα τρία της παιδιά, με τα γυαλιά και το καπέλο μέσα στην θάλασσα, με αυτή την μικρή κλίση του κεφαλιού προς τα δεξιά και το υπερυψωμένο πιγούνι, μοιάζει σε ένα παράλληλο σύμπαν κάπως με την Madonna, που έχει δει τους παπαράτσι πίσω από τους θάμνους να την φωτογραφίζουν, αλλά λέει από μέσα της δεν βαριέσαι αυτό είναι το τίμημα της επιτυχίας να μην μπορείς να κάνεις ένα μπάνιο στη θάλασσα με την ησυχία σου . H Madonna το πληρώνει επειδή είναι η Madonna. Και αυτή το πληρώνει επειδή έχει παντρέψει (σχεδόν) και τα τρία της παιδιά.

Τώρα, κάποιος θα πει «Ρε φίλε τι παραλληλισμός είναι αυτός με την Madonna. Ποιος ασχολείται με αυτή την άγνωστη γυναίκα;». Και εγώ θα απαντήσω ότι δεν χρειάζεται να έχεις εκατομμύρια θαυμαστές για να αισθανθείς την επιτυχία και την μοναξιά της κορυφής όπως η Madonna. Aρκεί μόνο ένα πρόσωπο να σε κοιτάει σαν υπνωτισμένο όπως η κυρία με τα ανύπαντρα παιδιά κοιτάζει την κυρία με τα παντρεμένα παιδιά, και έχεις την μοναξιά της κορυφής και την επιτυχία της Madonna σαν να την πήρες σε χαπάκι που σκάει τώρα όπως το κύμα δίπλα σου, εδώ σε μια οικογενειακή παραλία, ένα απόγευμα του Αυγούστου και σε φτιάχνει κανονικότατα. Βοηθάει βέβαια και ο κάλος που κουβαλάει ο καθένας.

Η κυρία με τα γυαλιά, το καπέλο, την επιτυχία της Madonna και τα τρία (σχεδόν) παντρεμένα παιδιά χαιρετά και βγαίνει προς τα έξω. Η άλλη κυρία κολυμπά και μάλλον θα νιώθει το βάρος των ανύπαντρων παιδιών της να την τραβάει προς το βυθό.

Υπάρχουν όμως και χειρότερα που μπορούν να συμβούν με την ερώτηση αυτή. Δεκαπενταύγουστος. Μερικά χρόνια πριν. Λίγα χιλιόμετρα μακριά από εδώ σε μια ταβέρνα. Γνωστή μου έχει έρθει από Αθήνα και τρώει με την μάνα της. Η ταβέρνα είναι τίγκα στον κόσμο. Από το πουθενά μια γυναίκα σηκώνεται από το τραπέζι της και πλησιάζει το δικό της. Είναι στην ηλικία της μάνας της γύρω στα εξήντα πέντε. Έχουν να βρεθούν καμιά εικοσαριά χρόνια. Αφού χαιρετιούνται, λένε κάτι ψιλά, ρωτάει: «Πάντρεψες την κορούλα σου;»

Η κόρη εκεί. Με ανθρώπινους ιστούς και φωνή. Η μάνα πάει να απαντήσει. Αλλά η γνωστή μου παίρνει το λόγο.

«Όχι» λέει η κόρη «θες τώρα να ρωτήσεις κάτι άλλο γιατί τρώμε;». Η γυναίκα λέει όχι και επιστρέφει στο τραπέζι της. Τότε η μάνα της γνωστής μου ξεκινά ένα καυγά μαζί της με το επιχείρημα ότι η γυναίκα δεν ρώτησε κάτι κακό και πως μιλάει έτσι. Η κόρη της λέει ότι δεν είναι αόρατη θα μπορούσε να ρωτήσει την ίδια. Η μάνα λέει ότι έτσι ρωτάνε εδώ τους γονείς. Η κόρη λέει ότι είναι αγένεια. Η μάνα λέει ότι είναι φυσιολογικό. Το πινγκ πονγκ συνεχίζεται. Νικητής δεν λέει να βγει. Και τότε η κόρη αγαναχτισμένη λέει κουρασμένη «Και ο Εσκομπάρ να ήμουνα θα είχα περισσότερη υποστήριξη από την μάνα μου». Έβλεπε τον πρώτο κύκλο του Narcos τότε και είχε μείνει άφωνη με τους στενούς οικογενειακούς δεσμούς των ναρκέμπορων. Το πώς έτρωγαν όλοι μαζί γύρω από το τραπέζι. Τα παιχνίδια με τα παιδιά στο γρασίδι. Την μάνα του Πάμπλο που του κρατούσε τα παιδιά για να γαζώσει εκείνος με την ησυχία του τον έξω κόσμο.

Και τότε κάνει το μοιραίο λάθος. Να απαντήσει στην ερώτηση της μάνας της ποιος είναι ο Εσκομπάρ. Και η κουβέντα εκτροχιάζεται. Όπως εκτροχιάζεται συχνά η κουβέντα με τους γονείς. Και από ανύπαντρη που ήταν η γνωστή μου τώρα βρέθηκε ανύπαντρη και μπλεγμένη με τον υπόκοσμο.

Τι συμπέρασμα βγαίνει από όλα αυτά;

Παντρευτείτε για να ησυχάσετε όλοι; Μην μιλάτε στους γονείς ανέμελα για τις νέες σειρές; Τρέξτε να σωθείτε;

Ας βγάλει ο καθένας το δικό του.

Ακολουθήστε την Α,ΜΠΑ; στο Google News

4 Comments
δημοφιλέστερα
νεότερα παλαιότερα
Ενσωματωμένα σχόλια
Δείτε όλα τα σχόλια
Now or never
Now or never
4 χρόνια πριν

Το κείμενό σου το έχω ξαναδιαβάσει και μου έχει μείνει ανεξίτηλο στο μυαλό..Η λύση δεν θεωρώ ότι είναι να μην μιλάς και ταυτίστηκα απόλυτα με την τελευταία κοπέλα. Κάποιοι επιλέγουν να ζουν στον μικρόκοσμο τους στα στερεότυπα της κοινωνίας χωρίς να κοιτάξουν δεξιά αριστερά, χωρίς να ψαχτούν εσωτερικά, χωρίς να διαβάσουν να ανοίξουν τους ορίζοντες τους, γιατί? Γιατί αυτός είναι ο εύκολος δρόμος, όπως και η απάντηση της μητέρας ‘έτσι ρωτάνε εδώ τους γονείς’, μένουμε σε αυτό που έχουμε συνηθίσει χωρίς να μπαίνουμε καν στην διαδικασίας σκέψης και σεβασμού προς τον συνομιλητή μας. Υ.Γ. με τα τρία σχεδόν παντρεμένα παιδιά… Διαβάστε περισσότερα »

Between Worlds (she/her)
Between Worlds (she/her)
4 χρόνια πριν

Θυμήθηκα, παλιότερα που χρησιμοποιούσα πιο συχνά ΚΤΕΛ, καμμιά φορά κάθονταν δίπλα μου κάποια γυναίκα που μου εξιστορούσε την ιστορία της κόρης της: ότι παντρεύτηκε (θρίαμβος), ότι είναι καλός ο γαμπρός, αλλά την πήρε μακριά, αλλά τι να κάνεις, αφού εκεί ήταν το τυχερό της και αυτή σαν ευσυνείδητη μητέρα, πηγαίνει συχνά για να βοηθάει κλπ.κλπ. Ρωτάνε την μάνα μου, αν τα παιδιά της είναι παντρεμένα. Μπροστά εγώ. Πέρασε από μπροστά μου η στιχομυθία της δεύτερης ιστορίας. Δεν είχα όρεξη να τσακωθώ. Προσπαθώ να μείνω ανέκφραστη. Ακούω την μάνα μου να απαντάει χαρωπά για το αν έχουμε σχέση κλπ. (Εγώ δεν… Διαβάστε περισσότερα »

Beholder
Beholder
4 χρόνια πριν

Ωραίο άρθρο, αλλά είναι καλό στη προσπάθεια μας για ένα καλύτερο κόσμο να θέτουμε ρεαλιστικούς στόχους. Σιγά μη πάψουν να ρωτάνε και «τίνος είσαι εσυ;»

Απαστράπτουσα
Απαστράπτουσα
4 χρόνια πριν

Παλιά όντως οι γονείς πάντρευαν τα παιδιά τους. Στα προσκλητήρια έγραφαν σας καλούμε στους γάμους των παιδιών μας. Διάλεγαν νύφες και γαμπρούς, έδιναν τα χέρια και λόγο, τους έδιναν προίκα και σπίτια, τα ξέρετε. Από κει έχει μείνει το πάντρεψες κανα παιδί, και για τις θείες και τους θείους ίσως είναι small talk αλλά πάλι δε νομίζω κάποιος που δεν έχει παντρέψει παιδί να κάνει αυτή την ερώτηση, αρα προφανώς και όποιος την κάνει θέλει να πει ότι αυτός πάντρεψε και να κοκορευτεί.