Menu
in , ,

Η ομοφοβία σκοτώνει – κυριολεκτικά

Αυτό που συμβαίνει στην Κάρπαθο πρέπει να μας αφυπνίσει. Όλους. Είμαστε η ντροπή του πολιτισμού και το αντίθετο της ζωής

Ακόμα κι αν ξεχάσεις πόσο κακογραμμένη υπήρξε η πρώτη είδηση για την αυτοκτονία πατέρα που χλευάστηκε για τη σεξουαλικότητα του γιου του και υπό το βάρος αυτών των ομοφοβικών σχολίων των συντοπιτών του έβαλε τέλος στη ζωή του, η πραγματικότητα σε σακατεύει: ένας άνθρωπος επέλεξε τον θάνατο από τον διασυρμό.

Αυτή η άγρια πράξη τέλους σε τίποτα δεν απέχει από τις απονενοημένες αποφάσεις θυμάτων εκδικητικής πορνογραφίας. Μόνο που εδώ ενέχεται και η βαθιά ριζωμένη στην ελληνική κοινωνία ομοφοβία.

Εδώ όλα έχουν τη σημασία τους: ο μικρός τόπος. Η ηλικία του πατέρα. Το φύλο. Το γεγονός ότι ήρθε αντιμέτωπος με μία είδηση που δυναμιτίζει τα πατριαρχικά μπετά. Ο χλευασμός της μικρής κοινωνίας. Το αίσθημα της ντροπής, που κεφαλαιοποιείται ακριβώς από την ομοφοβία. Το τέλος. Το αίσθημα άκρατης ενοχής που ακριβώς οι κοινωνικοί σχηματισμοί αυτού του τόπου θα προσπαθήσουν να δημιουργήσουν στον γιο, ο οποίος με τη σειρά του είναι θύμα εκδικητικής πορνογραφίας, γιατί τι άλλο είναι το βίντεο που διέρρευσε;!

Σκοτώνει, λοιπόν, η ομοφοβία. Κυριολεκτικά. Μας σκοτώνει ο διασυρμός και η χλεύη του κάθε βαθιά ακοινώνητου και απαίδευτου. Σκοτώνει η έλλειψη σεβασμού στη διαφορετικότητα και στις ζωές των άλλων. Σκοτώνει η ελλιπής, ελλιπέστατη ενημέρωση για θέματα σεξουαλικής ταυτότητας που κρατάνε δέσμιους παιδιά και γονείς και υπαγορεύουν θανατικές καταδίκες.

Είναι ντροπή. Όχι, όμως, ο προσανατολισμός του νεαρού. Είναι ντροπή το χάλι μας και η απαιδευσιά μας. Το σκοτάδι που κυβερνά τις ζωές μας, πίσω από “κεντητές καλημέρες” και φρεσκομπουγαδιασμένα κουρτινάκια. Το ομοφοβικό κουτσομπολάκι του “καφενείου” που υπάρχει σε κάθε νησί, σε κάθε χωριό, στη μεγάλη πόλη.

Είναι παρακμή, άνθρωποι να αποφασίζουν να βάλουν τέλος στη ζωή τους γιατί η πατριαρχία λύνει και δένει, ειδικά στις μικρές κοινωνίες. Είμαστε η ντροπή του πολιτισμού και το αντίθετο της ζωής, όσο επιλέγουμε να λέμε ψέματα για τις επιλογές μας και να υπακούμε σε ένα σύστημα που ξεριζώνει την ομορφιά από τις μέρες μας, την αγάπη την ίδια.

Η Κάρπαθος δεν είναι ένα ένα μεμονωμένο περιστατικό. Είναι συμπυκνωμένη η χολή και το φαρμάκι της ομοφοβίας που διατρέχει λίγο έως πολύ κάθε ελληνική οικογένεια που μεγαλώνει αγόρι. Ο 60χρονος ας είναι το τελευταίο θύμα μιας φάμπρικας που παράγει μόνο άντρες. Πολύ άντρες και καθόλου ανθρώπους. Κι ας αρχίσουμε να ακούμε τα παιδιά μας. Όχι να τους μιλάμε. Να τα ακούμε – με προσοχή, αγάπη και ενημέρωση.

Σε κανέναν δεν χρωστάει ο νεαρός που έμεινε πίσω. Ούτε στον πατέρα του. Σε κανέναν δεν χρωστάει κανείς που επέλεξε να ζήσει τη ζωή του και όχι τη ζωή που του επέβαλαν.

Η ψυχολόγος, ψυχοθεραπεύτρια και συνιδρύτρια της οργάνωσης Orlando LBTQ+ Έλενα-Όλγα Χρηστίδη τα γράφει ολόσωστα και το κείμενό της ας φωτοτυπηθεί κι ας κολληθεί σε τοίχους, τζάμια, ψυγεία, σχολικές τάξεις. Είναι αυτό που πρέπει να θυμούνται γονείς και παιδιά μέχρι τη μέρα που δεν θα ξαναχρειαστεί να μιλήσουμε ποτέ για όλα αυτά.

«Πολλά νέα άτομα φοβούνται να κάνουν coming out για να μην πάθουν κάτι οι γονείς τους (ειδικά μάλιστα, συχνότερα, ο πατέρας). Πολλές φορές τέτοιοι φόβοι ανακυκλώνονται ως επιχειρήματα εκβιαστικά, π.χ. “μην το πεις στον πατέρα σου, έχει την καρδιά του, θα πάθει κάτι και θα φταις.”

Και πολύ συχνά άκουγα συμμάχους, φίλους ή και συναδέλφους ψυχολόγους να διαβεβαιώνουν τα νέα άτομα για να τα ενδυναμώσουν “κανένας γονιός δεν πέθανε από coming out ή από την ομοφοβία του”.

Και έλεγα, και λέω, μην τα λέμε αυτά.

Αρκετοί γονείς αρρωσταίνουν, ανεβάζουν πίεση, παθαίνουν ελαφριές κρίσεις ή εμφράγματα.

Και κάποιοι, λίγοι αλλά υπαρκτοί, πεθαίνουν. Μπορεί όχι αμέσως αλλά λίγο αργότερα.

Μπορεί όχι με τρόπο που να συνδέεται γραμμικά με την αποκάλυψη της ταυτότητας του παιδιού τους, αλλά με κάποιον έμμεσο τρόπο ή με επιβάρυνση της υγείας τους από ψυχοπιεστικά αίτια.

Κι άλλωστε, υπάρχουν πολλοί θάνατοι.

Κάποιοι πεθαίνουν βιολογικά, κάποιοι μεταφορικά (“για μένα είσαι νεκρός” ή “αν δεν κάνω σαν να πέθανες δεν θα ζω”), κάποιοι μένουν εκεί ως σύμβολα, να τους φροντίζουμε και να διατηρούμε την εικόνα τους όσο μπορούμε, να ξεσκονίζουμε το προφίλ τους και τις αναμνήσεις μας για να αποφύγουμε το αίσθημα εγκατάλειψης.

Μην λέμε ότι δεν πεθαίνουν. Να λέμε όμως από τι πεθαίνουν. Από ομοφοβία κολλητική και κυρίαρχη, γύρω τους και μέσα τους.

Να λέμε μόνο “Κι αν πεθάνουν, δε θα φταις εσύ. Ποτέ”.

Κι όλα αυτά επομένως, αντί να λειτουργούν ως ανάχωμα στο coming out (πόσο μάλλον στην ντροπή και την παραβίαση ενός βίαιου outing) ή ως ενοχικό βαρίδι για τα λοατκι+ άτομα, ως εκβιασμός ή τύψεις, θα πρέπει να τα βλέπουμε ως αυτό που είναι:

Η συνέπεια της ομοφοβίας, διαβρωτική και ικανή να χωρέσει σε κάθε χαραμάδα.

Κάποιοι ντρέπονται τόσο που γίνονται κι εκείνοι θύματα της ομοφοβίας και της πατριαρχίας που τους κυνηγά και τους επιτίθεται, στο σπίτι, στο καφενείο, στη ζωή.

Και είναι αυτό κάτι τόσο δυσάρεστο, τόσο επίπονο και τόσο επιτακτικό μαζί. Τόσο άδικο για αυτόν που πεθαίνει αλλά και για αυτόν που μένει πίσω και νομίζει ότι τον σκότωσε, ενώ τον σημαδεύει το ίδιο όπλο.

Ένα κυνήγι ενοχών και τραύματος, που τα παίρνουμε και τα πετάμε ο ένας στον άλλο σαν φλεγόμενη μπάλα. Αυτό είναι η ομοφοβία.

Η ενοχή. Ένα τραγούδι “να δούμε ποιος θα φαγωθεί” και ένα μέτρημα για το πόσοι είμαστε ακόμα εδώ, ολόκληροι.

Μέχρι να εγγραφεί στον κοινωνικό δεσμό κάτι από το “αφύσικο” με τρόπο που να μη θυμίζει πια τιμωρία.

ΔΕΝ ΦΤΑΙΣ ΕΣΥ.»

 

Σχολιάστε