in

Το Ποίημα της Παρασκευης

Τρεις μήνες περίπου

Ημερολογιακό, προσωπικό και υπερβολικό,
Θα ακολουθήσει το καλοκαίρι μου.
Το καταγράφω για να μπω σ’ένα Σεπτέμβρη ακόμα,
Μ’αυτόν ξεκινάει η χρονιά μου πάντα, γιατί είμαι ακόμα μαθήτρια ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

abstract art contemporary painting summer blooms by madart megan duncanson

Ημερολογιακό, προσωπικό και υπερβολικό,

Θα ακολουθήσει το καλοκαίρι μου.

Το καταγράφω για να μπω σ’ένα Σεπτέμβρη ακόμα,

Μ’αυτόν ξεκινάει η χρονιά μου πάντα, γιατί είμαι ακόμα μαθήτρια.

Και το προσφέρω χάρισμα σ’όσους δυσανασχετούν με τους Σεπτέμβρηδες.
Ένα άγγιγμα, πολλά αγγίγματα, μάτια περίεργα, αδηφάγα, ξαφνιασμένα,

μάτια κουρασμένα απ’το χειμώνα θέλουν θάλασσα,

φωτίζουν σε σκούρο φόντο,

δε θέλουν τίποτα και θέλουν κι άλλα τελικά,

μπορεί όχι εσένα ή όχι εμένα.
Ξεκίνησα ανίδεη, πως θα κάνω ό,τι θέλω,

είδα πολλά από το ύψος της σεζ-λονγκ.

Στο ύψος του εδάφους κυρίως ανέπνεα, στο ύψος της στάθμης του νερού

κυρίως κοιτούσα, χάζευα, κατάπινα.

Για μια στιγμή ήμουν σίγουρη πως η θάλασσα απέναντι, στη γραμμή του ορίζοντα

Με ξεπέρασε πολύ στο ύψος.

Της πέταξα πολλές πέτρες με μανία, με ελπίδα να φτιάξω μια γέφυρα,

και πάνω απ’όλα χωρίς κανένα λόγο.

Μια φορά μάλιστα ζευγάρωσα και δύο πλοία εμπορικά

που επέπλεαν ήσυχα στον κόλπο, ήταν μεγάλη επιτυχία.
Έκαψα τα μάτια μου στον ήλιο σε σημείο που στεγνώσανε

Κι ήπια νερό, πολύ νερό, ίδρωσα μέσα στην υγρασία του απογεύματος,

Μόνο για να ξεκουραστώ σ’εκείνο το πράσινο του πεύκου, σ’εκείνο το γαλάζιο της θάλασσας – δεν ξέρω τα πραγματικά ονόματά τους.

Πνίγηκα μέσα στην κλίμακα του πράσινου και του μπλε, κολύμπησα μέσα τους,

Σας τ’ορκίζομαι. Πώς ήταν; Έγινα κι εγώ νερό.
Μια πέτρα κάτω απ’τον ήλιο, ζεστή, μέσα στα χέρια μου, στα χέρια σου,

στο στομάχι μου ζυγίζει βαριά, ή μόλις εξφενδονίστηκε με δύναμη στη θάλασσα,

για να χαθεί στο βυθό, ή να βρεθεί επιτέλους με τις άλλες.

Σώμα κάτω απ’τον ήλιο, χωρίς κανένα ρούχο, κομμάτι του τοπίου αναπόσπαστο,

είναι μια πέτρα ζεστή ακόμα, από μακριά σαν αιώνια, ξεκουράζεται.

Η γύμνια δε με ενόχλησε, ήθελα κι άλλη μη σου πω.

Εκείνο το ξαπλωμένο σώμα που σας έλεγα ήταν το πιο φυσικό που έχω δει.
Πέταξα ψηλά και μια χεριά φύκια στεγνωμένα, ξεβρασμένα,

Εκείνα που στοιβάζει το νερό σε σκαλοπάτια,

σαν μικρές ξηρές που τις πατάς και βουλιάζεις.

Λαμπύριζαν στο σκοτάδι και μοσχομύριζαν κι αυτά κάτι το τόσο φυσικό.

Σαν σώμα καθαρό χωρίς σαπούνι, σαν ψωμί, σα φύλλο τρυφερό.
Έκανα και πετάλι χωρίς αύριο μια νύχτα, μεγάλη απόγνωση,

είχε πανσέληνο νομίζω.

Στο γυρισμό ήμουν τόσο κουρασμένη, κομμάτια, αποκοιμήθηκα.

Αγόρασα κι ένα φουστάνι, αλλά χάρισα και κάτι, έτσι από αγάπη.

Αλήθεια εσείς χαρίσατε τίποτα; Κανένα λάφυρο κρατήσατε;

Στην τσέπη μου κουδουνίζουν μια χούφτα κοχύλια, σα νομίσματα,

Στα χέρια σου αξίζουν χρυσάφι.

Υποσχέθηκα πως θα γράψω ένα σονέτο και το έκανα τελικά,

Αλλά βγήκε κάπως απελπισμένο, πού να σας λέω…

Χειροκρότησα τη στιγμή που έγινε ρεύμα στο δωμάτιό μου,

Και έμοιασε με καράβι που σαλπάρει,

Ενώ υποκλίθηκα στα χειροκροτήματα

Όταν κατάφερα οι τρίχες στα χέρια μου να γίνουν ξανθές.
Μιαν άλλη στιγμή γονάτισα απ’τα γέλια,

δε μπορούσα να σταθώ όρθια, γιατί άλλωστε;

Τα ποτήρια ευτυχώς δεν τα σπάσαμε, κανα δυο ζημιές όμως κάναμε.

Άκουσα με προσοχή τις εξομολογήσεις, τι είπα εγώ δε θυμάμαι,

Πρέπει να κλείσω τα μάτια μου για ώρα για να θυμηθώ.

Τι δεν είπα πάλι, θυμάμαι.

Κουβαλάω ένα μικρό πόνο και μια μικρή χαρά,

Μια χαρά συμπερασματική, ένα πόνο απολογιστικό.

Ο εισπράκτορας φεύγοντας με ρώτησε πού πας;

Στο τέρμα του απάντησα, ανέβα να φύγουμε μου είπε, και φύγαμε.

Καθόλου δε βιαζόταν εκείνη τη φορά, κρίμα.
Μην τα παίρνετε όλα (πολύ) στα σοβαρά,

Μια μέρα θα σας πω κι άλλα, μπορεί να μην κρύψω και τίποτα.

Τόση ώρα απλώς προσπαθώ να πειστώ να δεχτώ την αλλαγή.

Αποχαιρέτα εκείνο το σκούρο δέρμα που καταχειροκροτήθηκε,

Βάψε τους τοίχους σου λευκούς,

Και μπες σ’ένα καινούργιο Σεπτέμβρη με τρεμάμενα γόνατα,

Και ανυπομονώντας.

 

από την Αντιγόνη Μιχαλακοπούλου

Ακολουθήστε την Α,ΜΠΑ; στο Google News

1 Comment
δημοφιλέστερα
νεότερα παλαιότερα
Ενσωματωμένα σχόλια
Δείτε όλα τα σχόλια
Mrs Shelby
Mrs Shelby
5 χρόνια πριν

Πολύ όμορφο. Υπήρξαν στιγμές που νόμιζα ότι είμαι στη Σύρο (δεν ξέρω γιατί εκεί συγκεκριμένα, περίεργο μέρος το μυαλό για να χαθείς ) και ακούω καποιο να μου το διαβάζει.