in

Η ιστορία της Παρασκευής: Ο άνθρωπος της κουρασμένης καρέκλας

Ο Βαγγέλης Μακρής γράφει στο “Α, μπα” ιστορίες εμπνευσμένες από την ζωή στην ελληνική επαρχία

Τον συνάντησα πρώτη φορά στο σημείο μηδέν. Εκεί όπου δεν συμβαίνει τίποτα αλλά πρέπει να δίνεις συνεχώς την αίσθηση στους έξω ότι επικρατεί ένας απανωτός οργασμός εργασιών που διαρκεί από τις οκτώ μέχρι της δυο. Καθόταν ήσυχα στο γραφείο του και μου έδωσαν το διπλανό. Έγειρε πίσω την πλάτη του στην μαύρη αναπαυτική φτηνή καρέκλα από δερματίνη που εάν είχε φωνή θα έλεγε : «Εάν μου πλήρωναν όλες αυτές τις ώρες που κάθεσαι πάνω μου χωρίς να κάνεις τίποτα όλα αυτά τα χρόνια, τώρα θα ήμουν μια καρέκλα από δερματίνη με ένα καλό κομπόδεμα. Αλλά και να ήμουν μια καρέκλα από δερματίνη με καλό κομπόδεμα, τι άλλο μπορεί να κάνει μια καρέκλα από δερματίνη παρά να δέχεται στωικά τον πλαδαρό σου πισινό ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

dimi.koko 18879756 744349822406376 399535196656893952 n
Illustration: Dimitris Kokoris

«Αφορμή για όσα θα διαβάσετε στάθηκε η πρόταση της Λένας να γράψω κάτι στο site για το χωριό μου μετά απo μια ανάρτηση μου  στο Facebook σχετικά με αυτό. Σκέφτηκα ότι έχω περισσότερο υλικό μέσα μου για την ελληνική επαρχία που μεγάλωσα, σπούδασα και έζησα.  Πρότεινα να κάνω μια σειρά ιστοριών. Τα πρόσωπα, τα γεγονότα και οι ατάκες που θα διαβάσετε μπορεί να φιλτράρονται με χιούμορ αλλά όλα είναι αληθινά. Είναι αληθινά αλλά δεν έχω μοιραστεί τα πάντα. Πιστεύω στην αφαίρεση όταν γράφεις κάτι προσωπικό και στα κομμάτια που πρέπει να κρατάς για τον εαυτό σου. Όπως έλεγα πριν όλα φιλτράρονται μέσα από χιούμορ. Σε αυτό βοήθησε η χρονική απόσταση. Τότε δεν έβλεπα τα πάντα με χιούμορ. Αυτό είναι το καλό με το πέρασμα του χρόνου. Κάτι που σου φαίνεται δυσβάσταχτο  την στιγμή που συμβαίνει, ανακαλύπτεις τελικά καθώς το ξανακοιτάς μετά από καιρό ότι ήταν απλά αστείο. Ελπίζω να τις απολαύσετε όπως και εγώ όταν τις έγραφα»

 

Τον συνάντησα πρώτη φορά στο σημείο μηδέν. Εκεί όπου δεν συμβαίνει τίποτα αλλά πρέπει να δίνεις συνεχώς την αίσθηση στους έξω ότι επικρατεί ένας απανωτός οργασμός εργασιών που διαρκεί από τις οκτώ μέχρι της δυο.

Καθόταν ήσυχα στο γραφείο του και μου έδωσαν το διπλανό.

Έγειρε πίσω την πλάτη του στην μαύρη αναπαυτική φτηνή καρέκλα από δερματίνη που εάν είχε φωνή θα έλεγε : «Εάν μου πλήρωναν όλες αυτές τις ώρες που κάθεσαι πάνω μου χωρίς να κάνεις τίποτα όλα αυτά τα χρόνια, τώρα θα ήμουν μια καρέκλα από δερματίνη με ένα καλό κομπόδεμα. Αλλά και να ήμουν μια καρέκλα από δερματίνη με καλό κομπόδεμα, τι άλλο μπορεί να κάνει μια καρέκλα από δερματίνη παρά να δέχεται στωικά τον πλαδαρό σου πισινό. Εύχομαι μόνο όταν με βαρεθείς να μην με πετάξεις στον κάδο αλλά να με αφήσεις σε μια γωνιά χωρίς να ξανακάτσει κανένας πάνω μου, να σου θυμίζω τις ώρες που πέρασες χωρίς να κάνεις τίποτα. Να γίνω το σύμβολο του σημείου μηδέν.»

Ποιος ακούει όμως τις καρέκλες από δερματίνη πέρα από τους αλαφροΐσκιωτους;

Ο άνθρωπος της κουρασμένης καρέκλας μου συστήθηκε. Ήταν είκοσι χρόνια περίπου εδώ πάνω στην καρέκλα από δερματίνη που εάν επικρατούσε δικαιοσύνη στο σύμπαν έπρεπε να έχει ένα καλό κομπόδεμα, που έτσι και αλλιώς θα της ήταν άχρηστο. Υπεύθυνος ενός τμήματος του σημείου μηδέν το οποίο αποκαλούσε «νευραλγικό» γιατί οι άνθρωποι που δούλευαν στο σημείο μηδέν έπρεπε να περάσουν δίπλα από την καρέκλα του για να βγάλουν φωτοτυπίες.

Όποιος νομίζει ότι είναι εύκολο να βγάλει φωτοτυπίες περνώντας δίπλα από τον άνθρωπο και την κουρασμένη του καρέκλα τότε δεν έχει ιδέα από το σημείο μηδέν, τους κανόνες και τις παγίδες του.

Ο άνθρωπος με την κουρασμένη καρέκλα μου εξήγησε τι δουλειά θα έκανα. Ήταν η δουλειά του που μεταξύ μας δεν ήταν και κάτι δύσκολο. Κάτι υπολογισμοί στο Excel. Όμως αυτός έπρεπε να αναλάβει αυτό το τρομακτικό έργο της διαχείρισης του φωτοτυπικού και χρειαζόταν έναν βοηθό δηλαδή εμένα. Τα φωτοτυπικά φυσικά δεν έχουν στόμα ούτε καν για τους αλαφροΐσκιωτους όπως συμβαίνει με τις κουρασμένες καρέκλες. Γιατί εάν είχαν στόμα και το άνοιγαν στα σημεία μηδέν (υπάρχουν πολλά σημεία μηδέν, είναι παντού, γεμάτα κουρασμένες καρέκλες δεν ήταν μόνο αυτό που δούλευα εγώ) τότε οι άνθρωποι που δούλευαν σε αυτά θα άρχιζαν να τσακώνονται μεταξύ τους, όχι ότι δεν το κάνουν και τώρα, αλλά βοηθάει να είναι μουγκά τα φωτοτυπικά για να δίνουν πιο εύκολα την εικόνα στους απέξω των απανωτών οργασμών εργασιών παρά του καυγά μέσα στο τίποτα.

Από την πρώτη μέρα αυτό που με εντυπωσίασε στον υπεύθυνο του σημείου μηδέν ήταν κάποια γυάλινα μπουκάλια που είδα πάνω στο γραφείο του, σε ένα τραπεζάκι που είχε δίπλα στο μουγκό φωτοτυπικό, και πάνω στην μικρή βιβλιοθήκη. Ήταν διάσπαρτα παντού.

Συνέβαινε το εξής: Κάθε μέρα γύρω στις 10 ο άνθρωπος αυτός θα έφευγε από το σημείο μηδέν και θα περπατούσε στον έξω κόσμο ιδρωμένος από τους απανωτούς οργασμούς εργασιών που λάμβαναν χώρα δίπλα στο μουγγό φωτοτυπικό και την κουρασμένη καρέκλα. Θα επέστρεφε μετά τις δώδεκα με ένα γυάλινο μπουκάλι «Ξινό νερό Φλώρινας». Θα έπινε ποτήρι-ποτήρι ολόκληρο το μπουκάλι με το ξινό νερό Φλώρινας μέχρι της δυο. Ηδονιστικά. Γουλιά-γουλιά κατέβαζε το νερό με κλειστά τα μάτια. Ήταν ένα διάλειμμα στον απανωτό οργασμό εργασιών που διεξάγονταν στο σημείο μηδέν. Μίση ώρα πριν κλείσουμε το σημείο μηδέν θα έπεφτε με τα μούτρα πάνω στους φακέλους κάνοντας πως ψάχνει κάτι που ποτέ δεν έβρισκε, δήθεν αγχωμένος, φτάνοντας στην κορύφωση των απανωτών οργασμών εργασιών μέχρι την ώρα που οι δείκτες του ρολογιού θα έδειχναν την ώρα λήξης της παράστασης στο σημείο μηδέν.

«Βαγγέλη, είναι η ώρα να κλείσουμε. Μπορείς να φύγεις» μου έλεγε. Αυτός θα έφευγε πάντα τελευταίος και άνοιγε πάντα πρώτος το σημείο μηδέν ώστε να δείχνει ο πιο κουρασμένος υπάλληλος του σημείου μηδέν. Για το τι συμβαίνει ανάμεσα στην έναρξη και την λήξη ήταν μια λεπτομέρεια που ποτέ κανένας δεν αναρωτήθηκε.

Μια μέρα όταν επέστρεψε με το ξινό νερό Φλώρινας παραμάσχαλα μετά από δυο και ώρες για πρώτη φορά αναφέρθηκε σε αυτό. «Είναι τόσο δύσκολο να το βρεις» μου είπε κουνώντας το κεφάλι χωρίς να δώσει περισσότερες λεπτομέρειες έχοντας αυτό το βλέμμα «Που να ξέρετε εσείς οι νέοι…».

Ήμουν καινούριος στην περιοχή και όντως δεν ήξερα για το πόσο δύσκολα μπορείς να αποκτήσεις το ξινό νερό Φλώρινας. Έτσι μόνο εικασίες μπορούν να κάνω. Το σημείο μηδέν ήταν χωμένο μέσα στα βουνά. Η Φλώρινα βρισκόταν πάρα πολύ μακριά. Αποκλείεται ο άνθρωπος της κουρασμένης καρέκλας να το προμηθευόταν από το διπλανό σουπερ μάρκετ αλλιώς τι λόγο είχε να γυρίσει μετά από δυο και ώρες στο πόστο του;

Φαντάστηκα τον προμηθευτή του ξινού νερού Φλώρινας κλεισμένο σε ένα σπιτάκι μέσα στο δάσος. Για να τον φτάσει ο άνθρωπος της κουρασμένης καρέκλας έπρεπε να διασχίσει απόκρημνα μονοπάτια, να παλέψει με αγριογούρουνα(όντως υπήρχαν στην περιοχή) και ειδικά το χειμώνα θα έπρεπε να είναι ντυμένος καλά για να αποφύγει τα κρυοπαγήματα. Ο άνθρωπος της κουρασμένης καρέκλας θα έπρεπε να έδινε σκληρό αγώνα για να το αποκτήσει καθημερινά. Όμως γιατί;

Δεν ήθελα να είμαι αδιάκριτος και δεν τολμούσα να τον ρωτήσω. Θα υπήρχε σίγουρα κάποιος σοβαρός λόγος που έπινε το ξινό νερό Φλώρινας και έλειπε δυο ώρες έχοντας δώσει ο ίδιος άδεια στον εαυτό του καθημερινά από το σημείο μηδέν. Μια μέρα όμως δεν άντεξα.

Μου πρόσφερε ένα ποτήρι ξινό νερό Φλώρινας. Αρνήθηκα ευγενικά και άρπαξα την ευκαιρία για να τον ρωτήσω: «Εάν δεν είμαι αδιάκριτος γιατί το πίνετε; Σας αρέσει τόσο πολύ;»

Ο άνθρωπος της κουρασμένης καρέκλας με κοίταξε με αυτό το βλέμμα που κοιτάζουν οι σοφοί γέροντες τους νέους που ξέρουν τα πάντα. Το μόνο που με έσωσε ήταν ότι έκανα ερώτηση και δεν εξέφρασα βεβαιότητα. Κούνησε το κεφάλι και μου απάντησε: «Βαγγέλη έχω μια πέτρα στο νεφρό. Μια πέτρα που πρέπει να κατέβει. Το ξινό νερό βοηθάει» μου είπε.

«Και γιατί δεν πάτε στον γιατρό; Δεν θα σας βοηθούσε περισσότερο;» πήρα θάρρος ρωτώντας μέσα στην άγνοια της νιότης μου.

Τότε ο άνθρωπος έγειρε πίσω στην κουρασμένη του καρέκλα και σηκώνοντας το αριστερό του φρύδι μου είπε αργά και σταθερά : «Τι να σου κάνουν και οι γιατροί Βαγγέλη μου. Είσαι νέος εσύ θα καταλάβεις αργότερα»

Αργότερα θα μου αποκάλυπτε και ένα άλλο θέμα που η ιατρική δεν μπορούσε να κάνει τίποτα. Μια διαρκή μόνιμη κούραση που αισθανόταν όχι εργαζόμενος στο σημείο μηδέν, αυτή ήταν δικαιολογημένη, άλλα όλη μέρα. Πίστευε ότι πια οι ψεκασμοί που γινόντουσαν, αυτές οι γραμμές που εμφανιζόντουσαν συχνά-πυκνά στον ουρανό, είχαν χτυπήσει και την ήσυχη ζωή της επαρχίας.

«Βαγγέλη μας ψεκάζουν. Θέλουν να μας έχουν σε καταστολή. Ακόμα και εμάς που ζούμε εδώ. Μας έχουν βάλει όλους στο μάτι. Δεν μπορώ να εξηγήσω τον πονοκέφαλο και την κούραση μου όλη την ημέρα» τον θυμάμαι να μου λέει.

Έχουν περάσει χρόνια από τότε που δούλευα στο σημείο μηδέν. Μαθαίνω όμως ότι η πέτρα του δεν έχει κατέβει μέχρι σήμερα. Συνεχίζει να πίνει το θαυματουργό νερό που όπως φαίνεται αργεί να δράσει. Παραμένει και σήμερα με μόνιμο πονοκέφαλο. Δείγμα ότι οι ψεκασμοί συνεχίζονται. Δεν ξέρω εάν φέρθηκε στην κουρασμένη του καρέκλα όπως της άξιζε. Λογικά θα τα έχει φτύσει.

Ακολουθήστε την Α,ΜΠΑ; στο Google News

5 Comments
δημοφιλέστερα
νεότερα παλαιότερα
Ενσωματωμένα σχόλια
Δείτε όλα τα σχόλια
ΑτελείωτοςΚαφές
ΑτελείωτοςΚαφές
5 χρόνια πριν

σουπερ

πόντια ιντερνάσιοναλ
πόντια ιντερνάσιοναλ
5 χρόνια πριν

Πάντως, αν σε δούμε σε πολλά χρόνια από τώρα να κουβαλάς ξινά νερά με τις κάσες, (μακριά από ‘δω, στα όρη στ’άγρια βουνά) θα κουνήσουμε το κεφάλι με κατανόηση.

Maggie
Maggie
5 χρόνια πριν

Θα θελα να διαβάσω και για τη στιγμή που προέκυπτε η διαδικασία παραγωγής φωτοτυπιας.
Γράφεις ωραια!

3,14159265
3,14159265
5 χρόνια πριν

Γράφεις πάρα πολύ ωραία. Αυτό.

Αγατούλα
Αγατούλα
5 χρόνια πριν

Λατρεύω να σε διαβάζω!