in ,

(Μη) Μητρότητα: επιλογή ή επιβολή;

του Λύο Καλοβυρνά

cb1e610e01473578d188237ad40119c3

Θέλω πραγματικά παιδί; Θα το μετανιώσω αν δεν κάνω; Μήπως δεν θέλω επειδή έχω ψυχολογικά τραύματα; Θα μου μείνει απωθημένο αν δεν κάνω; Πάρα πολλές γυναίκες αγχώνονται με το θέμα της μητρότητας. Πώς τη βιώνουμε τελικά; Ως δυνατότητα ή ως υποχρέωση; Ή και τα δύο;

Τον Ιανουάριο του 2012 οργάνωσα ένα βιωματικό εργαστήρι για τη (μη) μητρότητα. Από αυτό το εργαστήρι ξεπήδησε μια ομάδα γυναικών. Έντεκα γυναίκες, στρέιτ και γκέι, βρισκόμασταν και ξεδιπλώναμε τα «θέλω» και «δεν θέλω» μας, τις αμφιβολίες μας και τους προβληματισμούς μας όσον αφορά τη μητρότητα. Δύσκολα συζητιούνται τέτοια θέματα, ακόμα και σε γυναικοπαρέες, αφού το να θέλεις παιδί θεωρείται σχεδόν πάντα αυτονόητο.

Συνεχείς πιέσεις

Πολλά ενδιαφέροντα πράγματα βγήκαν στην επιφάνεια. Πρώτο και χαρακτηριστικότερο είναι η πίεση που δέχονται οι γυναίκες να γίνουν μητέρες. Συχνά, η πίεση αυτή είναι άμεση και κραυγαλέα (π.χ. από γονείς που ζητούν εγγόνια), όμως τις περισσότερες φορές η πίεση είναι πιο ύπουλη και έμμεση· βασικά, ξεκινά από τη νηπιακή ηλικία, με τα μωρά-κούκλες που πρέπει να φροντίζουν τα κοριτσάκια, προκειμένου να προετοιμαστούν για τον (αυτονόητο) ρόλο τους, ενώ τα αγόρια δεν ενθαρρύνονται ή ακόμα και αποθαρρύνονται. Ειδικά μετά από κάποια ηλικία, η πίεση προς τις γυναίκες να τεκνοποιήσουν παίρνει διαστάσεις κανονικού ψυχολογικού πολέμου. Οι γυναίκες της ομάδας ανέφεραν ότι εισπράττουν κατηγορίες πως είναι «λιγότερο σοβαρές», «ανώριμες σε σύγκριση με τα αδέρφια τους που έχουν κάνει παιδί», ότι «κοιτάζουν μόνο την πάρτη τους», «δεν ξέρουν τι χάνουν», «είναι καιρός να σοβαρέψουν» ή «θα το μετανιώσουν πικρά όταν θα είναι πολύ αργά».

Η πίεση αυτή δεν είναι μόνο ελληνικό φαινόμενο. Ακόμα και σε πιο «προχωρημένες» χώρες, με μεγαλύτερη ισότητα μεταξύ των φύλων, όπως η Νορβηγία ή η Δανία, οι γυναίκες που δεν κάνουν παιδιά επικρίνονται για την «αφύσικη» στάση τους, σύμφωνα με έρευνες και προσωπικές μαρτυρίες γυναικών.

Φιμώνοντας τις φωνές των γυναικών

Το πιο εξοργιστικό, ωστόσο, είναι πως όταν μια γυναίκα λέει «δεν θέλω να κάνω παιδιά», πολύ απλά δεν ακούγεται· αντιθέτως, η γυναίκα εισπράττει παραλλαγές των ακόλουθων ακυρωτικών σχολίων:

  • «απλώς, δεν νιώθεις έτοιμη ακόμα»

  • «ανησυχείς τόσο πολύ ότι δεν θα ’σαι καλή μητέρα;»

  • «φοβάσαι ότι θα ξεβολευτείς;»

  • «είναι βέβαιο ότι θ’ αλλάξεις γνώμη αργότερα»

  • «μα δεν αγαπάς τα παιδιά;»

  • «είσαι πολύ εγωίστρια!

  • «κάνε και θα σου αρέσει»

  • «θα το μετανιώσεις και μετά θα ’ναι αργά»

Τα θέλω της γυναίκας δεν ακούγονται, δέχεται επιθέσεις, αμφισβητείται η πνευματική υγεία της, η ψυχολογική της κατάσταση, έως και η ανθρωπιά της. Όπως ανέφεραν πολλές γυναίκες, όταν λένε ότι δεν θέλουν να κάνουν παιδί, ο περίγυρός τους προσπαθεί να τις πείσει ότι ενδόμυχα θέλουν, απλώς «αγχώνονται για το αν θα γίνουν καλές μητέρες» ή «έχουν κάποιο ψυχολογικό πρόβλημα», το οποίο θα το ξεπεράσουν μόλις αντικρύσουν «το γλυκό μουτράκι του μωρού τους». Το «δεν θέλω» αμφισβητείται, καθώς όλοι πιστεύουν ότι αποκλείεται μια φυσιολογική γυναίκα να μη θέλει να γίνει μάνα.

Αντιθέτως, όταν μια γυναίκα λέει ότι θέλει να κάνει παιδί (ακόμα κι αν απαιτούνται διαδικασίες επώδυνες, χρονοβόρες, δαπανηρές και επιβαρυντικές για την υγεία της) αυτή η επιθυμία θεωρείται απολύτως φυσική και ποτέ δεν αμφισβητείται, ακόμα κι όταν μια γυναίκα φτάνει σε εξωφρενικές ακρότητες για να την πραγματοποιήσει, καταστρέφοντας τον γάμο της ή/και την υγεία της. Η μητρότητα θεωρείται ιερή και στον βωμό της αξίζει να θυσιαστούν τα πάντα.

Τι θέλω πραγματικά;

Σχεδόν όλες οι γυναίκες της ομάδας προβληματίζονταν κατά πόσο η επιθυμία τους να κάνουν παιδί είναι πραγματική, γνήσια δική τους ή επιβεβλημένη, φορεμένη από την κοινωνία. Είναι ένα βασανιστικό ερώτημα, αλλά τελείως άτοπο. Δεν υπάρχει ένας εαυτός μας αγνός, γνήσιος, αμόλυντος, ανεπηρέαστος από την επιρροή της κοινωνίας. Είμαστε όλες μας προϊόν της εκάστοτε κουλτούρας μας. Οι κοινωνικές μας επιρροές έχουν συνδιαμορφώσει αυτό που είμαστε και τα όσα θέλουμε. Συνεπώς, αυτό που μπορούμε να κάνουμε είναι να εξετάσουμε τα θέλω μας στο σήμερα, τι σημαίνουν για μας, πώς στεκόμαστε απέναντί τους, με βάση τα τωρινά μας κριτήρια, εμπλουτίζοντας και φωτίζοντας καλύτερα τον προβληματισμό μας, αντί να ψάχνουμε μια χιμαιρική βερσιόν ενός ανεπηρέαστου εαυτού.

Το βιολογικό μου ρολόι είναι χαλασμένο

Βασικά, δεν υπάρχει βιολογικό ρολόι! Σχεδόν σε όλες τις ιστορικές εποχές οι γυναίκες δέχονταν πιέσεις να κάνουν παιδιά, αλλά η έννοια του βιολογικού ρολογιού επινοήθηκε μόλις το 1978, όχι από μία γυναίκα που έβραζε από μια διακαή επιθυμία να κάνει μωρό, αλλά από τον δημοσιογράφο Ρίτσαρντ Κόεν σ’ ένα άρθρο του στη Washington Post με τίτλο «Το ρολόι χτυπάει για τις γυναίκες καριέρας». Ο Κόεν δεν βάσισε το άρθρο του σε κάποια επιστημονική έρευνα· με αυτόν τον όρο απλώς περιέγραφε το χρονικό διάστημα κατά το οποίο οι γυναίκες είναι βιολογικά ικανές να συλλάβουν παιδί, όχι κάποια ξαφνική βιολογικά ορμώμενη μανία που τις πιάνει να γεννοβολήσουν, όπως έχουμε καταλήξει να κατανοούμε τον όρο.

Η επινόηση του βιολογικού ρολογιού εκείνη την εποχή δεν είναι καθόλου τυχαία ή αθώα. Συνέπεσε με δύο τεράστιες κοινωνικές αλλαγές. Πρώτον, οι γυναίκες είχαν ήδη αρχίσει να εισχωρούν για τα καλά σε μέχρι τότε ανδροκρατούμενους τομείς εργασίας και είχε ξεκινήσει η αντίδραση από το πατριαρχικό κατεστημένο με μηνύματα όπως «αξίζει να θυσιάσεις την προσωπική ευτυχία για μια καριέρα;» ή «γίνεται να συνδυάσεις και σταδιοδρομία και οικογένεια;» − το άρθρο του Κόεν αυτό ακριβώς πραγματευόταν.

Μαραμένες μήτρες και άλλοι μπαμπούλες

Μέσα σε ελάχιστο χρόνο, το βιολογικό ρολόι μεταμορφώθηκε σε φόβητρο κάθε εργαζόμενης γυναίκας. Μια άλλη δημοσιογράφος έγραφε την ίδια εποχή: «Όσες γυναίκες ωφελήθηκαν από το γυναικείο κίνημα, η πρώτη γενιά χειραφετημένων νέων γυναικών … οι οποίες προτίμησαν σταδιοδρομία, ταξίδια και ανεξαρτησία αντί για σύζυγο, σπίτι και μωρά έχουν πλέον μεγαλώσει, και ξαφνικά ο χτύπος του βιολογικού ρολογιού γίνεται εκκωφαντικός». Μια ψυχίατρος που της έδωσε συνέντευξη περιέγραψε τη δυστυχία αυτών των άτεκνων γυναικών ως «σύνδρομο μαραμένης μήτρας». Σιγά σιγά αγρίευε ο ψυχολογικός πόλεμος κατά των γυναικών που δεν ακολουθούσαν το καθήκον τους, όπως το όριζε, υποτίθεται, η φύση. Το βιολογικό ρολόι ήταν ένας από τους πιο ύπουλους τρόπους για να εξωθηθούν οι γυναίκες να εκπληρώσουν τον μοναδικό κοινωνικά επιτρεπτό ρόλο τους (αυτόν της μητέρας). Ο Κόεν το έκανε όσο πιο ξεκάθαρο μπορούσε στο άρθρο του: «Η κατάσταση [των άτεκνων γυναικών] λίγο πολύ δείχνει ότι σ’ αυτό το σημείο η χειραφέτηση τελειώνει».

Ο ψυχολογικός πόλεμος κατά των γυναικών που προτιμούσαν να πραγματωθούν μέσα από σπουδές και εργασία αντί για οικοκυρικά και παιδιά απέκτησε κι άλλο όπλο: την εθνική υπογεννητικότητα: γεννάτε γιατί χανόμαστε σαν χώρα! Και γιατί χανόμαστε; Επειδή οι γυναίκες είναι εγωίστριες και δεν θέλουν να επιτελέσουν τον θεάρεστο ρόλο τους να γίνουν μητέρες. Έχω θεραπευόμενες οι οποίες αναφέρουν πως ένας από τους προβληματισμούς τους όσον αφορά την επιθυμία τους να κάνουν παιδί είναι επειδή αισθάνονται ένα κοινωνικό καθήκον προς την πατρίδα.

Η βαριά βιομηχανία του βιολογικού ρολογιού

Η δεύτερη κεφαλαιώδης κοινωνική αλλαγή που ευνόησε να εξαπλωθεί ραγδαία η έννοια του βιολογικού ρολογιού προήλθε από τον χώρο της ιατρικής επιστήμης. Η πρώτη πετυχημένη τεχνητή γονιμοποίηση είχε γίνει ελάχιστους μήνες πριν από την εμφάνιση του βιολογικού ρολογιού. Στις 25 Ιουλίου 1978 γεννήθηκε το πρώτο μωρό του σωλήνα, η Λουίζ Μπράουν, η οποία έγινε παγκοσμίως διάσημη.

Παρότι η τεχνητή γονιμοποίηση είχε αρχικά σχεδιαστεί για την αντιμετώπιση ενός συγκεκριμένου ιατρικού προβλήματος (απόφραξη σαλπίγγων), πολύ σύντομα η μέθοδος άρχισε να προσφέρεται σε γυναίκες χωρίς πρόβλημα στις σάλπιγγες. Μέσα σε ελάχιστα χρόνια, ενέσκηψε η περιβόητη «επιδημία υπογονιμότητας». Καθώς όλο και περισσότερες γυναίκες έμπαιναν στην αγορά εργασίας ή σπούδαζαν, ο δείκτης γονιμότητας έπεφτε κατακόρυφα: Το 1957 η μέση Αμερικανίδα έκανε 3,5 παιδιά. Το 1976, ένα χρόνο πριν εφευρεθεί το βιολογικό ρολόι, το ποσοστό είχε πέσει στα 1,5 παιδιά. Παρόμοια ποσοστά ισχύουν και στην Ελλάδα: την περίοδο 1960-81 η μέση Ελληνίδα έκανε 2,3 παιδιά· την περίοδο 1982-88, το ποσοστό έπεσε σε 1,5 παιδιά και την περίοδο 1989-99 σε 1,2 παιδιά. Ακόμα όμως και οι γυναίκες που έκαναν παιδιά, τα έκαναν σε μεγαλύτερη ηλικία. Τα ΜΜΕ εξυμνούσαν τις εργαζόμενες γυναίκες που αποφάσιζαν να κάνουν παιδί ενώ συνέχιζαν τις απαιτητικές καριέρες τους και ταυτόχρονα προειδοποιούσαν όσες γυναίκες καθυστερούσαν ότι κάποια στιγμή θα ήταν πολύ αργά, αφού τα ωάριά τους δεν θα φτούραγαν πια.

Η πρώτη αναφορά της «επιδημίας υπογονιμότητας» έγινε σε ένα ιατρικό άρθρο που δημοσιεύτηκε το 1983 από το Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων των ΗΠΑ. Μέσα σε ελάχιστα χρόνια άνοιξαν πολυάριθμες κλινικές που πρόσφεραν υπηρεσίες τεχνητής γονιμοποίησης. Δεν άργησε να δημιουργηθεί ολόκληρη ιατρική βιομηχανία πολλών δισεκατομμυρίων γύρω από την τεχνητή γονιμοποίηση, στην οποία αργότερα προστέθηκε η κατάψυξη ωαρίων (η οποία προσφέρεται σε ολοένα μικρότερες ηλικίες, ακόμα και όταν δεν υπάρχει ιατρικός λόγος). Το βιολογικό ρολόι πλασαρίστηκε στο ευρύ κοινό την ίδια ακριβώς εποχή που η τεχνητή γονιμοποίηση άρχισε να γίνεται ευρέως διαθέσιμη – ήταν η καλύτερη διαφήμιση που μπορούσε να υπάρξει.

Δεν υπάρχει βιολογικό ρολόι!

Αν με το βιολογικό ρολόι εννοούμε ότι λόγω φύσης και βιολογίας οι γυναίκες νιώθουν κάποια πηγαία εσωτερική ορμή να κάνουν μωράκια, πολύ απλά δεν ισχύει. Όσες έρευνες έχουν γίνει πάνω σε αυτό το θέμα δεν έχουν βρει καμία ορμονική ή άλλη βιολογική παράμετρο που να εξωθεί τις γυναίκες να τεκνοποιήσουν. Αν υπάρχει κάποια βιολογική βάση για την επιθυμία τεκνοποίησης δεν έχει ανακαλυφθεί μέχρι σήμερα. Αντιθέτως, έχει αποδειχθεί ερευνητικά ότι η επιθυμία για τεκνοποίηση δημιουργείται ή εντείνεται όταν μια γυναίκα εκτίθεται σε μωρά, δηλαδή όταν βλέπει, ακούει ή μυρίζει μωρά. Το ίδιο, όμως, ισχύει και για τους άντρες που εκτίθενται σε τέτοιες εικόνες!

Επίσης, μια άλλη έρευνα έδειξε ότι η επιθυμία για παιδί αυξάνει όταν άλλες γυναίκες του περίγυρου κάνουν παιδί – πρόκειται, δηλαδή, για κοινωνική επίδραση λόγω peer pressure. Σε μια διαδικτυακή έρευνα που έκανα για τις στάσεις απέναντι στη μητρότητα, από τις 184 γυναίκες που απάντησαν, το 40% διαφώνησε κάθετα με τη δήλωση: «Είναι σαν να μου το ζητάει το σώμα μου να κάνω παιδί». Ένα άλλο 10% διαφώνησε μερικώς, ενώ μόλις το 6% δήλωσε «ναι πολύ» και ένα 17% «ναι λίγο» (το υπόλοιπο 15% δήλωσε ότι δεν τις απασχολεί ως προβληματισμός, δεν είναι σίγουρες ή δεν το έχουν σκεφτεί).

Κι ο χρόνος που περνά;

Κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει ότι μια γυναίκα μπορεί να τεκνοποιήσει μόνο μέχρι μια συγκεκριμένη ηλικία, άρα πράγματι υπάρχει ένα βιολογικό όριο μετά από το οποίο η τεκνοποίηση είναι δυσκολότερη ή αδύνατη. Όμως οι άνθρωποι έχουμε πάρα πολλά τέτοια «βιολογικά ρολόγια», αν και θα ήταν σωστότερο να τα ονομάσουμε «βιολογικά όρια». Το ανθρώπινο σώμα μας μάς θέτει και άλλα όρια πέρα από αυτά της τεκνοποίησης. Όπως είπε μια γυναίκα στην ομάδα: «Το βιολογικό μου ρολόι όντως χτυπάει· βαράει και μου λέει: “Κάνε ορειβασία πριν γεράσεις πολύ και δεν μπορείς!” ή “Μην πιεις τα κέρατά σου απόψε, δεν το αντέχεις τόσο όσο ήσουν νέα”».

Καμιά μας δεν έχει ανοσία στο πέρασμα του χρόνου και στα όρια που μας θέτει. Αλλά το βιολογικό ρολόι της καθεμιάς μας μπορεί να χτυπάει για διαφορετικά πράγματα. Για πολλές γυναίκες (και άντρες) δεν λέει «κάνε παιδάκι!» αλλά «ερωτεύσου!», «ταξίδεψε!»

Να γίνω μητέρα ή όχι; Το άγχος της απόφασης

Με κάθε επιλογή μας, με κάθε δρόμο που παίρνουμε, αποκλείουμε άλλους δρόμους. Εννοείται πως αν δεν ζήσουμε την εμπειρία της μητρότητας θα στερηθούμε πολλά όμορφα πράγματα. Όμως ισχύει εξίσου ότι θα στερηθούμε πολλά άλλα όμορφα πράγματα αν αποφασίσουμε να κάνουμε παιδί. Υπάρχει πάντα τίμημα που καλούμαστε να πληρώσουμε για κάθε επιλογή μας: τις σχέσεις που (δεν) κάναμε, τα μέρη όπου (δεν) ζήσαμε, τα ταλέντα που (δεν) καλλιεργήσαμε, τα ταξίδια που (δεν) πήγαμε, κοκ. Μόνο που κάποιοι δρόμοι μάς πλασάρονται ως φυσιολογικοί, επιβαλλόμενοι από τη φύση και άρα αναγκαίοι, υποχρεωτικοί. Ένας τέτοιος φυσικοποιημένος, υποχρεωτικός δρόμος είναι η μητρότητα. Κατά συνέπεια, αν δεν τον διαλέξουμε, είμαστε εμείς που είμαστε στραβές, όχι ο δρόμος.

Η ανάλυση των κοινωνικών και ιστορικών παραμέτρων βοηθάει μόνο μέχρι ένα σημείο· πέρα από την οποιαδήποτε θεωρητική ανάλυση, στο τέλος κάθε γυναίκα καλείται να απαντήσει η ίδια στο πολυσύνθετο ερώτημα: θέλω να γίνω μητέρα ή όχι; Πώς όμως να το απαντήσει όταν και μόνο αν αρθρώσει το ερώτημα αντιμετωπίζεται αρνητικά; Αυτός είναι ο λόγος που ως γυναίκες χρειαζόμαστε ασφαλή πλαίσια για να μοιραστούμε τους προβληματισμούς μας, να ψηλαφίσουμε τα θέλω μας και τα δεν θέλω μας και να καταλήξουμε στο τι ταιριάζει στην καθεμιά μας προσωπικά, χωρίς εύκολους αφορισμούς και στερεοτυπικές λύσεις.

Ένα τέτοιο ασφαλές πλαίσιο είναι με άλλες γυναίκες που έχουν ή είχαν παρόμοιους προβληματισμούς. Το επόμενο εργαστήρι για τη (μη) μητρότητα θα γίνει την Κυριακή 20 Ιανουαρίου 2019, 12:00-17:00. Απευθύνεται σε γυναίκες όλων των ηλικιών και σεξουαλικών προσανατολισμών, είτε έχουν κάνει παιδιά είτε όχι, και η συμμετοχή στοιχίζει 30 ευρώ. Λόγω περιορισμένων θέσεων, παρακαλούμε δηλώστε συμμετοχή εγκαίρως. Για περισσότερες πληροφορίες και δηλώσεις συμμετοχής, στείλτε μέιλ στο info@lyo.gr.

Μποξάκι:

Απαντήστε στην έρευνα: Θέλω να κάνω παιδί; Θα το μετανιώσω αν δεν κάνω; Πώς νιώθω που έκανα παιδί; Δέχομαι πιέσεις να γίνω μητέρα; Μια ανώνυμη έρευνα για γυναίκες σχετικά με τα πολυσύνθετα ερωτήματα της μητρότητας.

www.synedries.gr, www.syntrofikotita.gr

Βιβλιογραφία:

  • Adair Lora E., Brase Gary L., Akao Karen, Jantsch Mackenzie, #babyfever: Social and media influences on fertility desires, Personality and Individual Differences 71 (2014) 135–139.

  • Bonos Lisa, How the biological clock −and its ticking− became shorthand for a woman’s fertility, May 24, 2016 The Washington Post

  • Brase Gary L. and Brase Sandra L., Emotional Regulation of Fertility Decision Making:

  • What Is the Nature and Structure of “Baby Fever”? Emotion 2012, Vol. 12, No. 5, 1141–1154

  • Ζαράγκαλη Έρση, Οι βουβές πληγές: Η αντι-σύλληψη και η έκτρωση ως βίωμα και πράξη, 2010, Νήσος

  • Hensvik Lena, Nilsson Peter, Businesses, buddies and babies: social ties and fertility at work. Institute For Labour Market Policy Evaluation, working paper 2010.

  • Moss Gabrielle, Why Women’s “Biological Clock Ticking” Is Actually A Total Myth, Bustle, Mar 8 2016

  • Skov Leonora Christina, Danmarks moderfår stempler mig som et barnløst monster, Politiken, 13. okt. 2012

  • Χαλκιά Αλεξάνδρα, Το άδειο λίκνο της δημοκρατίας, Σεξ, έκτρωση και εθνικισμός στη σύγχρονη Ελλάδα, 2007, Αλεξάνδρεια

  • Weigel Moira, The foul reign of the biological clock, The Guardian, 10 May 2016

5 Comments
δημοφιλέστερα
νεότερα παλαιότερα
Ενσωματωμένα σχόλια
Δείτε όλα τα σχόλια
3,14159265
3,14159265
5 χρόνια πριν

Είμαι από αυτές τις ποταπές που δε θέλουν να κάνουν παιδί. Όσον αφορά στο βιολογικό ρολόι, μέχρι τώρα έλεγα: “Μάλλον δε θα έχω, κλάιν :P”. Ευχαριστώ που μου έδωσες επιχειρήματα πάνω στο θέμα γιατί η αλήθεια είναι ότι δεν είχα σκεφτεί να το ψάξω.

Μίλτος Παπάρας
Μίλτος Παπάρας
5 χρόνια πριν

Αυτό το -για τα δικά μου μάτια απαράδεκτο -σχόλιο ,εχει παιξει σε αλλη ερωτηση ιδιο κοπι πάστε.Ηταν τοσο φρικιαστικό που ακόμα το θυμάμαι.Εχεις ‘αραγε καμια δικαιολογία για το γιατί γυναίκες που εχουν δικά τους λεφτά ,επιλέγουν να δυσχεραίνουν την οικονομική τους κατάσταση για να κάνουν παιδί?
”Η συντριπτική πλειοψηφια των γυναικών” στον αμφιβόλου προελευσεως κύκλο σου ισως να τα κάνει αυτά.Εδω στο α μπα τόσες γυναίκες είμαστε και πραγματικά νομιζω οτι στην ανατριχιαστική περιγραφή σου δεν θα ταίριαζε ΚΑΜΙΑ.

Lifoworm
Lifoworm
5 χρόνια πριν

Πραγματικά εξαιρετικό άρθρο! Ειδικά αυτό για το βιολογικό ρολόι είναι πολύ ενδιαφέρον!!

De Leone
De Leone
5 χρόνια πριν

Πολύ ωραίο άρθρο και πολύ καλή πρωτοβουλία το βιωματικό εργαστήρι για τη μη-μητρότητα.

Πολύ σωστή ερωτηση: πως μια γυναίκα απαντάει σε μια τόσο σημαντική ερώτηση από τη στιγμή πι η ερώτηση η ίδια είναι αρνητικά φορτισμένη;

Matryoshka
Matryoshka
5 χρόνια πριν

Πολύ ενδιαφέρον άρθρο! Στο ερωτηματολόγιο κάποιες ερωτήσεις είναι 2 φορές.