in ,

Δήμητρα Κογκίδου: «Η ορθή χρήση της γλώσσας είναι μια πολιτική πράξη»

Η Πρόεδρος της Επιτροπής Ισότητας των Φύλων του ΑΠΘ και Καθηγήτρια του Παιδαγωγικού Τμήματος Δημοτικής Εκπαίδευσης μιλά στο ampa για τον αντισεξιστικό, συμπεριληπτικό λόγο στην Ελλάδα σήμερα

Κάθε φορά που απευθύνομαι σ’ ένα κοινό σε μη φεμινιστικό ή ΛΟΑΤΚΙ+ πλαίσιο με την προσφώνηση «όλες, όλα, όλοι» διαισθάνομαι μια μάζα αμηχανίας και ξενίσματος να συντίθεται αστραπιαία στην ατμόσφαιρα και να βρίσκει μια θέση πάνω από το κεφάλι μου. Από μάγκωμα, μέχρι εκλεπτυσμένες παρατηρήσεις, αγενείς επιπλήξεις και χλευασμό, το φάσμα των αντιστάσεων στη γλωσσική συμπερίληψη διαθέτει πολλές αποχρώσεις, όλες όμως στη συνηγορία του ηγεμονικού λόγου που είναι εγγενώς και πυρηνικά ανδροκεντρικός.

Στην αρχιτεκτονική αυτού του λόγου, θεωρείται σφάλμα να πεις «η εαυτή μου» ή «η βουλεύτρια», ακατανόητο το να εμπεριέχεις στη γλώσσα και non binary ή genderqueer υποκείμενα, αλλά απολύτως οκ το να καλύπτεται μιντιακά η είδηση της δολοφονίας μιας γυναίκας όχι ως γυναικοκτονία αλλά ως «οικογενειακή τραγωδία», λες κι έγινε σεισμός. Θέλω να πω ότι οι γυναίκες, οι θηλυκότητες, τα ΛΟΑΤΚΙ+ άτομα έχουν μάθει να βλέπουν την πραγματικότητα τους στη γλωσσική της αποτύπωση στενεμένη, αόρατη, διαστρεβλωμένη. Κι αυτό είναι αφενός ένα μάθημα εμπέδωσης των έμφυλων ιεραρχήσεων και αφετέρου πληγώνει, γιατί η γλώσσα δεν είναι ένα απονεκρωμένο σύνολο γραμματικών και συντακτικών κανόνων αλλά μια διαδικασία που συμμετέχει ενεργά στην αναπαραγωγή ή την αποδόμηση στερεοτύπων και στη δημιουργία κοινωνικών δυναμικών.

Για όλα αυτά θα μας διαφωτίσει η Δήμητρα Κογκίδου, Πρόεδρος της Επιτροπής Ισότητας των Φύλων του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και Καθηγήτρια του Παιδαγωγικού Τμήματος Δημοτικής Εκπαίδευσης, με αξιομνημόνευτο έργο στην υπόθεση του αντισεξιστικού συμπεριληπτικού λόγου.

—Οι γυναίκες σε μια πληθώρα επαγγελματικών τύπων αφομοιώνονται λεκτικά στο αρσενικό. Είναι σημαντικό να επιμείνουμε στη χρήση και θηλυκών τύπων;

Υπάρχει ακόμα σήμερα μια «αμηχανία» της γραμματικής στα θηλυκά επαγγελματικά ουσιαστικά – τη θηλυκή εκδοχή μιας ιδιότητας ή ενός επαγγελματικού τίτλου ή αξιώματος – η οποία εν μέρει συνδέεται και με τη κοινωνική διγλωσσία, τη διάκριση δηλαδή μεταξύ καθαρεύουσας και δημοτικής. Έτσι, καταλήξεις της δημοτικής  (π.χ. επιστημόνισσα, αρχιτεκτόνισσα, διδακτόρισσα, Κοσμητόρισσα, λεκτόρισσα, βουλεύτρια) δεν θεωρούνται τόσο συμβατές με το γλωσσικό αίσθημα σε ένα επίσημο πλαίσιο, καθώς  προκρίθηκε η χρήση των αρσενικών επαγγελματικών ουσιαστικών  με την προσθήκη του θηλυκού άρθρου (ο/η διδάκτορας, ο/η βουλευτής, ο/η Κοσμήτορας). Θα παραθέσω μια πρόκληση  απλά για να αναδειχθεί ο σεξισμός στην γλώσσα: Αν τα επαγγέλματα έχουν φύλο, πώς θα σας φαινόταν να διατηρηθεί η θηλυκή κατάληξη σε επαγγέλματα που παραδοσιακά ασκούνταν από γυναίκες, όπως τα επαγγέλματα φροντίδας, με την προσθήκη του αρσενικού άρθρου; (π.χ. ο/η νοσηλεύτρια).

—Εννοείτε ότι υπάρχει ένα στοιχείο υποκρισίας και ανοιχτού ή λανθάνοντος σεξισμού στις όποιες αντιδράσεις;

Δεν είναι τυχαίο ότι  «ενοχλούν» σε επίσημο ή ανεπίσημο συγκείμενο,  οι θηλυκοί τύποι, αν και ομαλά σχηματισμένοι, σε αξιώματα ή επαγγέλματα κύρους, όπως βουλεύτρια, πρυτάνισσα, αρχιτεκτόνισσα, ενώ δεν προσβάλουν το γλωσσικό μας αίσθημα η μαγείρισσα,  η χορεύτρια, η νοσηλεύτρια, η καθαρίστρια. Στην πρώτη περίπτωση πρόκειται για επαγγέλματα ή αξιώματα τα οποία παραδοσιακά ασκούνταν  κυρίως από άνδρες, η λεξικογραφική παρουσία τους σήμερα δεν είναι η αναμενόμενη και ούτε υπάρχει ευρεία εξοικείωση μέσω της χρήσης τους, αν και πρόσφατα παρατηρείται μια αναζωπύρωση του ενδιαφέροντος. Κατά τη γνώμη μου, είναι πολύ σημαντικό να επιμείνουμε στη χρήση και της θηλυκής εκδοχής μιας ιδιότητας ή ενός επαγγελματικού τίτλου ή αξιώματος, ιδιαίτερα τώρα που με βάση  τη νομοθεσία θα πρέπει να ενταχθεί η διάσταση του φύλου στη χρήση της γλώσσας  «κατά τη σύνταξη των διοικητικών εγγράφων» και «κατά την άσκηση των καθηκόντων».

Η γλώσσα μου επιτρέπει να είμαι μαγείρισσα αλλά όταν είμαι κοσμητόρισσα θεωρείται «κακοποιητικό» ως προς τη γλώσσα. Κατανοώ ότι στην αρχή μπορεί να προκαλεί αισθήματα αμηχανίας, μη συμβατότητας με το γλωσσικό αίσθημα αλλά είναι θέμα γλωσσικής συνήθειας και όχι αισθητικής. Αν δεν χρησιμοποιώ τον όρο Κοσμητόρισσα δεν μπορεί να γίνει σταδιακά οικείος και  εν τέλει αποδεκτός

Είναι σαφής η επίδραση του «ηγεμονικού λόγου» σε μια πατριαρχική κοινωνία αλλά  παγιωμένοι τίτλοι και ιδιότητες πρέπει  να προσαρμοστούν στη νέα πραγματικότητα. Θα προέτρεπα περισσότερες γυναίκες να μη διστάζουν ή αδιαφορούν να αποτυπώσουν στη γλώσσα θηλυκές καταλήξεις  όταν αυτοπροσδιορίζονται – ιδιαίτερα όταν είναι σε θέσεις ηγεσίας. Η χρήση θηλυκών καταλήξεων δεν μειώνει το κύρος των γυναικών στον επαγγελματικό τομέα, αντίθετα, τις καθιστά ορατές και  μπορούν να αποτελέσουν πρότυπα για τις νεότερες γενιές. Ορισμένες φορές στην εξοικείωση συμβάλλει και ο «γλωσσικός ακτιβισμός» ορισμένων προσώπων που έχουν αξιώματα. Για παράδειγμα στα ΑΕΙ, η Χρυσή Βιτσιλάκη είναι «Πρυτάνισσα» στο πανεπιστήμιο του Αιγαίου (υπάρχουν και Αντιπρυτάνισσες). Πιο μπροστά,  είχε προκαλέσει πολλές συζητήσεις, εντός και εκτός ΑΠΘ, η επιλογή μου να υπογράφω ως Κοσμητόρισσα όταν ανέλαβα το 2008 την Κοσμητεία της Παιδαγωγικής Σχολής.

—Πώς απαντήσατε στους προβληματισμούς και τις ενστάσεις; Πως απαντάμε γενικά στις υποδείξεις ότι οι λέξεις μας είναι λανθασμένες επειδή δεν υπάρχουν γραμματικά;

Να αναφέρω ότι ορισμένα άτομα το αποδέχθηκαν ή το  χρησιμοποιούσαν κατά κάποιο τρόπο αναγκαστικά,  άλλα άτομα, όμως,  με προσφώνησαν  ως  «κυρία κοσμήτωρ», ή «η κοσμήτορας», ή δήθεν χαριτολογώντας ακόμα και «Πυργοδέσποινα» λόγω του Πύργου της Παιδαγωγικής. Κάποιες από τις αιτιάσεις που δέχτηκα ήταν  ότι «κακοποιώ τη γλώσσα», «δεν ευσταθεί γραμματικά», «δεν το λέει ο Μπαμπινιώτης», «πληγώνει την αισθητική τους», «το χρησιμοποιώ για να προκαλέσω» κ.α. Σχετικά με την αξία και την αναγκαιότητά της χρήσης, στα συνήθη επιχειρήματά μου ήταν ότι γενικότερα χρησιμοποιώ συμπεριληπτική ως προς το φύλο γλώσσα  και ως προς την κατάληξη,  ότι δεν πρόκειται μόνο για ένα ζήτημα γλώσσας αλλά για όσα αναπαριστά και παράγει στο επίπεδο των κοινωνικών σχέσεων, μ’ αυτή την έννοια συνιστά μια πολιτική στάση, καθώς έτσι συμβάλλουμε στην αποδόμηση των κυρίαρχων αντιλήψεων για το φύλο της ηγεσίας και της ανδροκεντρικής εικόνας του κόσμου.  Θέλω να πω ότι οι συγκεκριμένες αξιολογήσεις παρότι φαίνεται να έχουν γλωσσική βάση, στην πραγματικότητα έχουν ιδεολογική. Η γλώσσα μου επιτρέπει να είμαι μαγείρισσα αλλά όταν είμαι κοσμητόρισσα θεωρείται «κακοποιητικό» ως προς τη γλώσσα. Κατανοώ ότι στην αρχή μπορεί να προκαλεί αισθήματα αμηχανίας, μη συμβατότητας με το γλωσσικό αίσθημα αλλά είναι θέμα γλωσσικής συνήθειας και όχι αισθητικής. Αν δεν χρησιμοποιώ τον όρο Κοσμητόρισσα δεν μπορεί να γίνει σταδιακά οικείος και  εν τέλει αποδεκτός. Πάντως με τον καιρό  ο όρος έγινε πιο οικείος και την τρέχουσα περίοδο έχουμε τρείς Κοσμητόρισσες στο ΑΠΘ.

—Όταν απευθυνόμαστε σ’ ένα άτομο που δε γνωρίζουμε πρέπει να ρωτήσουμε πως αυτοπροσδιορίζεται; Με ποια αντωνυμία επιθυμεί να του απευθυνόμαστε;

Είναι θεμελιώδες το δικαίωμα του αυτοπροσδιορισμού και πρέπει να γίνεται σωστή χρήση αντωνυμιών όταν απευθυνόμαστε σε ένα άτομο. Η 16η Οκτωβρίου είναι η  Παγκόσμια Ημέρα Αντωνυμιών, μια ημέρα για την ποικιλομορφία των ταυτοτήτων και το  σεβασμό στον αυτοπροσδιορισμό των ανθρώπων. Συστηνόμαστε με τα ονόματα και τις αντωνυμίες με τις οποίες θέλουμε να μας αποκαλούν, αν επιθυμούμε τα βάζουμε στο email ή στα social media ή στις διαδικτυακές συναντήσεις, χρησιμοποιούμε τις αντωνυμίες που ένα άτομο μας ζήτησε. Αν δε γνωρίζουμε πως ένα άτομο επιθυμεί να του απευθυνόμαστε, ρωτάμε.

Μία από τις πιο κακοποιητικές και τραυματικές εμπειρίες που μπορεί να έχουν τα τρανς και φυλοδιαφορετικά άτομα είναι να απευθύνονται ή να αναφέρονται σε αυτά σε λάθος γραμματικό γένος, χρησιμοποιώντας λάθος αντωνυμίες (misgendering). H Αμερικανική Ψυχολογική Εταιρεία (APA)τονίζει τη σημασία της σωστής χρήσης των αντωνυμιών για όλα τα άτομα και ότι η άρνηση της χρήσης των αντωνυμιών που ένα άτομο χρησιμοποιεί για τον εαυτό του αποτελεί μια έντονα κακοποιητική πρακτική καθώς αρνείται τον αυτοπροσδιορισμό των ατόμων και ακυρώνει την ταυτότητα τους.  Επίσης, και στον Ν.4491/2017 για την «Νομική αναγνώριση της ταυτότητας φύλου, Εθνικός Μηχανισμός Εκπόνησης, Παρακολούθησης και Αξιολόγησης των Σχεδίων Δράσης για τα Δικαιώματα του Παιδιού και άλλες διατάξεις» αναγνωρίζεται το δικαίωμα κάθε ατόμου για σεβασμό της ταυτότητας φύλου του, είτε έχει είτε δεν έχει ολοκληρωθεί η νομική αναγνώρισή της. Αυτό σημαίνει ότι συνιστά προσβολή προσωπικότητας να σε αποκαλεί κάποια  υπηρεσία με διαφορετικό φύλο από αυτό που βιώνεις (misgendering), ακόμη κι αν δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί η σχετική τυπική διαδικασία της έκδοσης νέας αστυνομικής ταυτότητας.

—Είναι σημαντικό να έχουμε στο νου μας πως υπάρχουν υποκείμενα πέρα ή έξω από τον έμφυλο δυισμό και να εντάσσουμε και το ουδέτερο στο λεξιλόγιο μας;

Γενικά, όταν χρησιμοποιούμε γλώσσα συμπεριληπτική ως προς το φύλο, αυτό  αποτελεί ένα βήμα για τη δημιουργία ενός κόσμου όπου όλα τα άτομα χωράνε και είναι αποδεκτά,  δεν κάνουμε αποκλεισμούς, σεβόμαστε το δικαίωμα στον αυτοπροσδιορισμό, παρέχουμε τη δυνατότητα ορατότητας και σεβασμού όλων των  ταυτοτήτων  φύλου και όχι μόνον του κυρίαρχου αρσενικού που γίνεται συνήθως, ή αυτών μόνον που κινούνται στο πλαίσιο της δυαδικότητας των φύλων (άνδρας – γυναίκα). Σε αρκετά πλαίσια, όχι μόνον στη ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητα ή κινηματικά, γίνεται χρήση συμπεριληπτικών πρακτικών, π.χ. στις προσφωνήσεις (καλημέρα σε όλ@, ή καλημέρα σε όλους/ες/@, ή στην παρέα..), στην αναγραφή των ατόμων που συμμετέχουν σε διαδικτυακές εκδηλώσεις/συναντήσεις καλούνται να καταγράψουν πως θέλουν να αποκαλούνται.

Η χρήση της γλώσσας είναι μια πολιτική πράξη, εφόσον είναι ενδεικτική του πώς βλέπω την κοινωνία ή πώς θέλω οι άλλες και οι άλλοι να βλέπουν την κοινωνία. Κάθε φορά, λοιπόν, που αμφισβητούμε όρους και εκφράσεις που εμπεριέχουν (έμφυλες) διακρίσεις δίνουμε ταυτόχρονα και μια μάχη για το νόημα, δηλαδή για όσα αναπαριστά και αναπαράγει στο επίπεδο των κοινωνικών σχέσεων.

Η χρήση της ουδέτερης ως προς το φύλο κατάληξης @ εντάσσεται σε μια προσπάθεια υπέρβασης του διπόλου αρσενικού/θηλυκού, είναι συχνή στην ψηφιακή επικοινωνία και για λόγους οικονομίας. Δεν λύνει όμως το θέμα στον προφορικό λόγο, όπου εκεί χρησιμοποιείς το ουδέτερο – αν και αυτό δεν ξέρω αν είναι το πιο καλό στα ελληνικά γιατί το ουδέτερο γένος είναι μόνον γραμματικό, δεν είναι μη έμφυλο (ουδέτερο δεν προσφέρεται με αυτήν την έννοια για να καλύψει μη δυαδικές ταυτότητες και εδώ είναι προτιμότερο να ακούσουμε τις προτάσεις των  ειδικών και των συλλογικοτήτων που αφορά). Επίσης, κατά τη διαδικασία συμπλήρωσης των προσωπικών στοιχείων στην Ελλάδα κυριαρχεί ακόμα η δυαδικότητα των φύλων (άνδρας – γυναίκα) και δεν δίνεται η δυνατότητα έκφρασης της ποικιλομορφίας των  ταυτοτήτων, ή μη απάντησης (άλλο ή δεν θα ήθελα να απαντήσω). Συχνά το συναντάμε σε ερευνητικά έργα.

Στα ΑΕΙ, για παράδειγμα, δεν δίνεται η δυνατότητα τρίτης καταχώρησης φύλου σε επίσημα διοικητικά έγγραφα   ώστε να εκφρασθεί τουλάχιστον μέσω αυτής ένας σημαντικός αριθμός άλλων ταυτοτήτων. Ένα θετικό βήμα  προς την κατεύθυνση της συμπερίληψης έγινε πρόσφατα στο ΑΠΘ με τη καταχώρηση φύλου κατά τη διαδικασία συμπλήρωσης των προσωπικών στοιχείων (Άνδρας, γυναίκα, άλλο) στο Κέντρο Επιμόρφωσης και Διά Βίου Μάθησης (ΚΕΔΙΒΙΜ).  Ελπίζουμε ότι μετά την έγκριση του Σχεδίου Δράσης για την Ισότητα των Φύλων – στο οποίο συμπεριλαμβάνεται – να γενικευθεί.

—Στον δημόσιο λόγο τα έμφυλα εγκλήματα αποεμφυλοποιούνται. Πιστεύετε ότι η ορθή αποτύπωση των έμφυλων εγκλημάτων και στο γλωσσικό πεδίο, θα βοηθήσει στην αναγνώριση ενός κοινωνικού προβλήματος;

Η πορεία για την καταπολέμηση της έμφυλης βίας περνάει και μέσα από  τον τρόπο με τον οποίο αποτυπώνονται στο λόγο των ΜΜΕ αλλά και από την ορολογία που χρησιμοποιούμε. Παίρνω ως παράδειγμα τις γυναικοκτονίες. Παρά την αυξανόμενη ορατότητα της φονικής έμφυλης βίας, υπάρχει ακόμα αμφισβήτηση της εγκυρότητας του όρου γυναικοκτονία από τον κυρίαρχο λόγο.  Η διαμάχη για τον ορισμό αφορά τον τρόπο με τον οποίο η κοινωνία κατανοεί το φαινόμενο –ουδέτερα, δηλαδή με όρους γενικής εγκληματικότητας ή έμφυλα. Ανθρωποκτονία μπορεί να συμβεί σε πολλές περιπτώσεις  εγκληματικών ενεργειών, π.χ. στο πλαίσιο μιας ληστείας. Στις γυναικοκτονίες, το φύλο του θύματος είναι το βασικό κριτήριο στην επιτέλεση της ανθρωποκτονίας, η οποία λειτουργεί συνήθως ως τιμωρητική πράξη που συχνά είναι η κατάληξη μιας σειράς βίαιων συντροφικών σχέσεων και έντονης οικογενειακής βίας, στο πλαίσιο βαθιά εμπεδωμένων πατριαρχικών σχέσεων εξουσίας.

Στο παρελθόν οι γυναικοκτονίες συγκαλύπτονταν κάτω από τα λεγόμενα «εγκλήματα τιμής», στη συνέχεια εγκλήματα που ενώ έχουν όλες τις προϋποθέσεις να χαρακτηριστούν γυναικοκτονίες προβάλλονταν από ορισμένα  ΜΜΕ ως «εγκλήματα πάθους», «οικογενειακές τραγωδίες», «κακές στιγμές», περιπτώσεις που «η ζήλια όπλισε το χέρι του δράστη / ή το ερωτικό αμόκ του θόλωσε το μυαλό», «έθιξε τον ανδρισμό του», ως ένα αποτροπιαστικό, αλλά εξατομικευμένο και ψυχολογιοποιημένο γεγονός.

Η χρήση του όρου γυναικοκτονίες και όχι ανθρωποκτονίες, συμβάλει στην αναγνώριση και εννοιολόγηση των γυναικοκτονιών, στην ορατότητα του φαινομένου, βοηθάει σε μεγάλο βαθμό στην ευαισθητοποίηση της κοινωνίας και καταδεικνύει την έμφυλη διάσταση του φαινομένου και τα σεξιστικά κίνητρα.

—Όλες μας μεγαλώσαμε σε γλωσσικά περιβάλλοντα γεμάτα rape jokes, σεξιστικές ατάκες, μισογυνικές αναφορές. Παρατηρείται πως στην ευρύτερη άνθηση του φεμινιστικού κινήματος, η δημόσια σφαίρα είναι πολύ λιγότερο ανεκτική σε τέτοιες χρήσεις του λόγου;

Μεγαλώσαμε σε γενικές γραμμές σε ένα τέτοιο πλαίσιο, περισσότερο ή λιγότερο ανεκτικό σε σχόλια σεξιστικά, ομοφοβικά, τρανσφοβικά κ.ά. αλλά ευτυχώς αυτό αλλάζει και σε αυτό συμβάλλουν οι φεμινιστικές συλλογικότητες και γενικότερα η κινηματική δράση που μπορεί πιο εύκολα να οργανωθεί μέσα από τα social media.

Η ένταξη της διάστασης του φύλου στα διοικητικά έγγραφα είναι ένα σημαντικό βήμα διεκδίκησης στο επίπεδο της γλώσσας, η προτεινόμενη μη σεξιστική γλώσσα απέχει όμως από το να είναι πραγματικά συμπεριληπτική ως προς το φύλο, καθώς δεν αποτυπώνει τις πολλαπλές ταυτότητες φύλου.

Υπάρχουν πολλές φράσεις που απασχόλησαν την επικαιρότητα και δεν θέλω να τις επαναλάβω, φράσεις που απενοχοποιούν και κανονικοποιούν το βιασμό, που επιχειρούν να το δικαιολογήσουν, φράσεις που αντιμετωπίζουν τις γυναίκες ως σεξουαλικά αντικείμενα και θεωρούν ότι η έκφραση της αντρικής σεξουαλικής βίας είναι κάτι φυσιολογικό, φράσεις  που μεταθέτουν την ευθύνη στο θύμα. Δεν είναι απλά αστειάκια, σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να γίνονται ανεκτά καθώς συντηρούν το σεξισμό, τις διακρίσεις φύλου και την κουλτούρα του βιασμού. Προωθούν επικίνδυνα πρότυπα και κανονικοποιούν  απόψεις πρακτικές που αποδέχονται, αιτιολογούν, υποστηρίζουν με άμεσο ή έμμεσο τρόπο, ή ανέχονται τη σεξουαλική βία και οδηγούν  σε πρακτικές έμφυλης βίας. Είναι στη βάση της πυραμίδας της έμφυλης βίας και βλέπουμε μόνον την κορυφή του παγόβουνου.

—Κάποιοι άνθρωποι δυσφορούν με τη συζήτηση για έναν μη σεξιστικό, ομοφοβικό, τρανσφοβικό λόγο και ισχυρίζονται πως καταπιέζονται από την πολιτική ορθότητα. Θεωρείτε πως η πολιτική ορθότητα είναι ένα χρήσιμο εργαλείο για τον μετασχηματισμό του λόγου;

Είναι σημαντικό να επισημανθεί πως η ένταξη της διάστασης του φύλου και η απαλοιφή των έμφυλων διακρίσεων κατά τη γλωσσική χρήση δεν τίθεται µε όρους πολιτικής ορθότητας. Καθώς η γλώσσα, όπως προαναφέρθηκε, δεν αποτυπώνει μόνο την κοινωνική πραγματικότητα αλλά επηρεάζει και τον τρόπο με τον οποίο προσεγγίζουμε αυτήν την πραγματικότητα, μια προκατειλημμένη ως προς το φύλο γλώσσα συμβάλλει και στη διαμόρφωση μιας προκατειλημμένης ως προς το φύλο σκέψης και οπτικής για τον κόσμο. Επομένως, η χρήση της γλώσσας είναι μια πολιτική πράξη, εφόσον είναι ενδεικτική του πώς βλέπω την κοινωνία ή πώς θέλω οι άλλες και οι άλλοι να βλέπουν την κοινωνία. Κάθε φορά, λοιπόν, που αμφισβητούμε όρους και εκφράσεις που εμπεριέχουν (έμφυλες) διακρίσεις δίνουμε ταυτόχρονα και μια μάχη για το νόημα, δηλαδή για όσα αναπαριστά και αναπαράγει στο επίπεδο των κοινωνικών σχέσεων.

—Πώς μπορούμε να εκπαιδευτούμε σε μια αντισεξιστική συμπεριληπτική γλώσσα;

Στα ΑΕΙ δεν υπάρχουν πολλά μαθήματα με αυτό το αντικείμενο, ή ενότητες σε άλλα γνωστικά αντικείμενα (για παράδειγμα εγώ εντάσσω αυτήν την ενότητα εδώ και 3 δεκαετίες στην αντισεξιστική εκπαίδευση). Πληθαίνουν όμως οι σχετικές εκδηλώσεις /ημερίδες και θα εντατικοποιηθούν καθώς θα αρχίσουν να εκπονούνται   τα Σχέδια Δράσης για την Ισότητα των Φύλων.

Σε σχέση με τα διοικητικά έγγραφα, η Ελλάδα  ακολουθώντας τα παραδείγματα πολλών άλλων διεθνών και ευρωπαϊκών οργανισμών, επαγγελματικών ενώσεων, πανεπιστημίων, ειδησεογραφικών  πρακτορείων κ.ά. εξέδωσε το 2018 από το Εθνικό Τυπογραφείο τον  «Οδηγό Χρήσης μη Σεξιστικής Γλώσσας στα Διοικητικά Έγγραφα»(Γκασούκα & Γεωργαλίδου 2018)[1],ο οποίος αποτελεί ένα εύχρηστο και εξειδικευμένο εργαλείο για την αναγνώριση, κατανόηση και απάλειψη του γλωσσικού σεξισμού που διέπει τα διοικητικά έγγραφα που χρησιμοποιούνται στα Υπουργεία αλλά και σε φορείς του Δημοσίου, στις Περιφέρειες και στους Δήμους. Η ένταξη της διάστασης του φύλου στα διοικητικά έγγραφα είναι ένα σημαντικό βήμα διεκδίκησης στο επίπεδο της γλώσσας, η προτεινόμενη μη σεξιστική γλώσσα απέχει όμως από το να είναι πραγματικά συμπεριληπτική ως προς το φύλο, καθώς δεν αποτυπώνει τις πολλαπλές ταυτότητες φύλου. Ακόμα όμως και έτσι δεν έχει προχωρήσει σε πολλούς φορείς και αυτό αποτελεί μια ένδειξη της σημασίας και της δέσμευσής τους να εφαρμόσουν τις αρχές της ισότητας των φύλων καιτης απαγόρευσης των διακρίσεων με βάση το  φύλο. Το ζήτημα της μη υπέρβασης του γλωσσικού σεξισμού δεν αποτελεί μεμονωμένο παράδειγμα.

Η «‘Ένταξη της διάστασης του φύλου στη γλώσσα» έχει συμπεριληφθεί στα εκπαιδευτικά προγράμματα του Εθνικού Κέντρου Δημόσιας Διοίκησης & Αυτοδιοίκησης (ΕΚΔΔΑ) -Ινστιτούτο Επιμόρφωσης και πραγματοποιούνται σεμινάρια σε διάφορους δημόσιους φορείς.

[1]Μ. Γκασούκα& Μ. Γεωργαλίδου, Οδηγός Χρήσης μη Σεξιστικής Γλώσσας στα διοικητικά Έγγραφα, Αθήνα 2018: Εθνικό Τυπογραφείο, σ.113.

Ακολουθήστε την Α,ΜΠΑ; στο Google News

0 Comments
Ενσωματωμένα σχόλια
Δείτε όλα τα σχόλια