Θα υπέθετε κανείς ότι ένας τομέας τόσο συνδεδεμένος με τη γυναίκα, όσο η ομορφιά κι η μόδα, θα κυριαρχούνταν από άλλες γυναίκες. Όμως κι αν σήμερα προσωπικότητες σαν την Huda Kattan ή την Charlotte Tilbury ηγεμονεύουν τις τάσεις και διαμορφώνουν λίγο πολύ το τοπίο, δεν ήταν πάντοτε έτσι. Ανάμεσά τους, η αρωματοποιία υπήρξε πάντοτε ένα πολύ κλειστό επάγγελμα, όπου η διαδοχή συμβαίνει κληρονομική γραμμή από τις πανίσχυρες οικογένειες της Grasse που εργάζονται στις καλλιέργειες και τα αποστακτήρια, ή απαιτεί εξειδικευμένες σπουδές χημείας σε απαιτητικές σχολές σε ελάχιστα μέρη του κόσμου.
Απ’αυτή την άποψη η Germain Cellier υπήρξε πρωτοπόρος, καθώς άνοιξε το δρόμο σε πολλά επίπεδα, ούσα μήτε “κληρονόμος”, μήτε ακαδημαϊκά κορυφή. Το ίχνος της ωστόσο είναι ορατό, ακόμα και σήμερα, στις σύγχρονες γυναίκες αρωματοποιούς που εργάζονται εμπνεόμενες από κείνη. Η Cellier δεν ήταν η πρώτη γυναίκα αρωματοποιός, ωστόσο ήταν η πρώτη που δημιούργησε άρωμα όχι σύμφωνα με τις ιδιοτροπίες και τις επιθυμίες κάποιου άλλου, αλλά ακολουθώντας αυστηρά τη φωνή της δικής της έμπνευσης, σαν πραγματική καλλιτέχνης, η οποία ήταν πραγματικά απίστευτη και ιδιότροπη.
Γεννημένη το 1909 στο Bordeaux, πρωτεύουσα του κρασιού, η Germaine Cellier ήταν καταπληκτική στο να αντιλαμβάνεται τα πιο ωραία πράγματα στη ζωή, αλλά κι αρκετά γενναιόδωρη για να τα μοιραστεί με τους γύρω της.
Μια στερεοτυπική ομορφιά σε όλα τα αναμενόμενα γυναικεία χαρακτηριστικά της (ξανθιά, αδύνατη, κομψή, με μεγάλα μπλε μάτια), ποζαρε για τον André Derain και ονομαζόταν «Arletty blonde» από όσους διέσχισαν το δρόμο της, όπως μας ενημερώνει σχετικά η επίσης αρωματοποιός Jeannine Mongin.
Όπως και ο τερατώδης Jean-Baptiste Grenouille από το διάσημο μυθιστόρημα του Patrick Züskind, η Germaine αναλογιζόταν το άρωμα της σάρκας μιας νεαρής γυναίκας ως την κύρια πηγή έμπνευσής της.
Ωστόσο, το αρρενωπό στυλ της στην αρωματοποιία και οι άτυπες υποτιθέμενες λεσβιακές της τάσεις αποκαλύπτουν ένα ελεύθερο πνεύμα, γεμάτο θέρμη και πνευματική εξεζήτηση, που αρνιόταν να χαλιναγωγηθεί: «Η Cellier ήταν διαβόητη στο ότι αφιέρωσε το Fracas—ένα πληθωρικό άρωμα τουμπερόζας με γλυκές αποχρώσεις φρούτου και επιδερμίδας για τις “θηλυπρεπείς”—στην όμορφη Edwige Feuillère συγκεκριμένα, την οποία λέγεται ότι πολιορκούσε. Αντιθέτως το προσωπικό της φυλακτό, το Bandit, ένα πικρό άρωμα δέρματος και πράσινων μίσχων, απευθυνόταν στον κόσμο των λεσβιών. Η Germaine λέγεται ότι το δημιούργησε όταν ερωτεύτηκε έναν συγκεκριμένο οδηγό αγώνων. Έκλεψε το φορεμένο δερμάτινο μπουφάν του και αργότερα μετέτρεψε αυτή τη μυρωδιά σε άρωμα με την πιο σύγχρονή της τεχνολογία. Ο οδηγός αγώνων πέθανε τραγικά (ίσως ένας αναγκαίος αστικός μύθος;), και η Germaine καθιέρωσε να φορά το άρωμά του στο δέρμα της μέχρι το τέλος της ζωής της. Ένας άλλος μύθος λέει ότι το Bandit δημιουργήθηκε εξαρχής ρητά για λεσβίες butch, οι οποίες θα το χρησιμοποιούσαν για να υπογραμμίσουν το macho στυλ τους. Όποια κι αν είναι η αλήθεια, είναι ένα άρωμα αξιομνημόνευτο κι επιδραστικό.
Η φήμη που την ακολουθούσε ήταν ότι ήταν η ίδια λεσβία. Ενισχύθηκε κι από το γεγονός ότι τη Germaine την ακολουθούσαν παντού οι δύο γυναίκες βοηθοί της, τις οποίες αποκαλούσε «mes poulets» («οι γκόμενοι μου» στη γαλλική σλανγκ). Επιπλέον, η ξαδέρφη της Catarina Mengele, η οποία την ακολούθησε στο Παρίσι, είχε μια ρομαντική σχέση με την Irène Champigny, ευκατάστατη γκαλερίστα. Ο σύνδεσμος με την Cellier δεν αποδείχθηκε, αν κι ο θαυμασμός που ενστάλαζε η Germaine σε όλους όσους αντιστέκονταν στο ρεύμα, συμπεριλαμβανομένων των σεξουαλικών μειονοτήτων, ήταν δεδομένος. Παρόλο που οι μούσες της ήταν συνήθως γυναίκες, κανείς δεν μπορούσε να κατονομάσει την επακριβή ερωμένη της. Εν τω μεταξύ, η Germaine δεν κράτησε ποτέ κρυφές τις σχέσεις της και με τους άνδρες.
Ξεκίνησε τις σπουδές της στη χημεία το 1930 στο Παρίσι, ενώ αργότερα η Germaine Cellier εντάχθηκε στο δυναμικό της Roure Bertrand Dupont υπό τη διεύθυνση του Jean Sfiras, ταξινομώντας κλάσματα αποστάξεων συνθετικών προϊόντων. Ταυτόχρονα εγκαταστάθηκε στο καλλιτεχνικό endroit του Montparnasse, όπου έγινε φίλη του Chas Laborde. Καταλάβαινε τη μόδα και την αξία του να παρουσιάζεται με τον κατάλληλο τρόπο: έζησε στην οδό Boccador με γνώμονα το στυλ, επέλεξε τον παγωμένο “αέρα” των ταγιέρ του Balmain, φορούσε εντυπωσιακά κοκτέιλ δαχτυλίδια και καπέλα της Rose Valois, είχε τρία κατοικίδια σκυλιά Teckel (με τα ονόματα Cleopatre, Félix και Valentin) κι ένα τραγουδιστή παπαγάλο, ενώ χρησιμοποιούσε έναν αχθοφόρο, τον οποίο αποκαλούσε Foujita, για να μεταφέρει τις τσάντες της στο δρόμο περπατώντας δύο βήματα πίσω της. Γενικά υιοθέτησε τον αέρα μιας πριγκίπισσας!
Η σύγκρουσή της με το αφεντικό της στην εταιρεία πρώτων υλών αρωματοποιίας Roure, τον Jean Carles, επίσης αρωματοποιό, έμεινε μνημειώδης, σε εποχές που οι υφιστάμενοι συμμορφώνονταν χωρίς πολλά πολλά. Στην αντίθεσή τους, μπορεί κανείς να διακρίνει την απότομη αντίθεση δύο συστημάτων: από τη μία η οργανωμένη τάξη κι από την άλλη το δημιουργικό χάος.
Από μια πλευρά η Cellier θα μπορούσε να ειπωθεί ήταν πρωτοπόρος των εργασιακών δικαιωμάτων. Πήγαινε στη δουλειά της αργότερα από τους υπόλοιπους, με τον αέρα του αφεντκού, γύρω στις 10, και έφευγε το μεσημέρι, θεωρώντας την δουλειά της καμωμένη. Αλλά το κρίσιμο είναι ότι ήταν έτσι! Αν περιμέναμε να της τραβήξουν τ’αυτί θα γελιόμασταν. Αντίθετα, η διεκδίκησή της για μεγαλύτερη δημιουργική ελευθερία ουσιαστικά της άνοιξε τις πόρτες του δικού της εργαστηρίου, της Exarome στο Παρίσι.
Αν κι η δημιουργική της σταδιοδρομία ξεκίνησε με έναν σύντομο ρόλο ως συνθέτρια αρωμάτων για τα σαπούνια Colgate-Palmolive το 1943 (μια περίοδος που κράτησε μόνο 3 μήνες), συνέχισε να αναμειγνύει γενναιόδωρα και με τόλμη τα κομμάτια του παζλ των αρωματοποιών στη Roure προτού μεταπηδήσει στην Exarome.
Στα τέλη της δεκαετίας του ‘40 δημιούργησε τις πιο γνωστές της δημιουργίες που σημάδεψαν μια γενιά:
• Fracas, το έντονο λουλουδάτο άρωμα που η Μαντόνα ανακαλεί ως την ευωδιά της μητέρας της κι οι αμερικανίδες socialites φορούν στα περισσότερα γκαλά.
• Vent Vert, το άρωμα που καθιέρωσε την πράσινη φρεσκάδα για τις γυναίκες κι άνοιξε την πόρτα στον ατίθασο, ανεπιτήδευτο ερωτισμό, του τύπου της Brigitte Bardot.
• Visa, ένα ανατολίτικο “διαβατήριο” για φαντασιακά ταξίδια που εμπνέει και τους σημερινούς δημιουργούς.
Είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς πώς θα ήταν η αρωματοποιία σήμερα χωρίς την Germaine Cellier (ή πώς θα αντιδρούσε στη σημερινή αρωματοποιία των ομάδων εστίασης και των πάνελ συζήτησης), τέτοια ήταν η περιφρόνηση με την οποία διάνοιξε τον δικό της μονοπάτι και έγινε ένα από τα πιο επαναστατικά γυναικεία ονόματα δημιουργών.
Όπως και ο τερατώδης Jean-Baptiste Grenouille από το διάσημο μυθιστόρημα του Patrick Züskind, η Germaine αναλογιζόταν το άρωμα της σάρκας μιας νεαρής γυναίκας ως την κύρια πηγή έμπνευσής της. Συνήθιζε να κλέβει ιδρωμένα εσώρουχα από τα μοντέλα, αμέσως αφού περπάτησαν στην πασαρέλα μιας επίδειξης μόδας. Χωρίς ντροπές η Germaine εισέπνεε τη μυρωδιά που αναδυόταν από τα εσώρουχα ακριβώς μπροστά στα μάτια του κοινού. Έλεγε, «Αυτό είναι το τέλειο άρωμα, και ακόμα δεν μπορώ να το αποτυπώσω σε μια φιάλη εργαστηρίου!». Η αρωματική αναζήτηση της θηλυκότητας ξεκίνησε εκεί. Και συνεχίζεται…
Διαβάστε το πρώτο μέρος για την ακατάβλητη Joséphine Baker στο σύνδεσμο και το δεύτερο για την συνθέτρια Clara Schumman.
Ακολουθήστε την Α,ΜΠΑ; στο Google News