Menu
in ,

Tο περπάτημα είναι φεμινιστική κατάκτηση

‘Ο μισογυνισμός πηγάζει από την αντίληψη ότι οι γυναίκες δανειζόμαστε χώρο που δεν μας ανήκει, πληρώνοντας το νοίκι με το ίδιο μας το σώμα’

Το 1864 το Βρετανικό κοινοβούλιο άρχισε να ψηφίζει, με μια πρωτοφανή λόγω θεματολογίας διακριτικότητα, μια σειρά πράξεων που είχαν σκοπό την καταπολέμηση μετάδοσης σεξουαλικώς μεταδιδόμενων νοσημάτων. Για να προστατευτεί ο πληττόμενος στρατιωτικός πληθυσμός της χώρας που,ταλαιπωρημένος από την μυρωδιά θανάτου χαιρόταν εκείνη της ζωής στις παρήγορες αγκαλιές εκδιδομένων γυναικών, το αγγλικό κοινοβούλιο προέβλεψε ότι κάθε γυναίκα που κυκλοφορούσε ασυνόδευτη έπρεπε, υπό την απειλή φυλάκισης, να εξεταστεί ιατρικά παρά τη θέλησή ως πιθανή φορέας ΣΜΝ που μπορούσαν να απειλήσουν την πολεμοχαρή ακμαιότητα του αγγλικού στρατού. 

 

 

Μέχρι να καταφτάσει στο ιστορικό προσκήνιο η Josephine Butler, μια γυναίκα με ρητορικό και κοινωνικό σθένος που κατάφερε με αξιοθαύμαστο ακτιβισμό να καταργήσει τις πράξεις, κάθε γυναίκα που περπατούσε ασυνόδευτη ή συνοδεία στρατιώτη που υπηρετούσε στο βρετανικό στρατό θεωρούταν εκδιδόμενη, συλλαμβανόταν νόμιμα και οι επιλογές που της δίνονταν ήταν δύο : είτε να περάσει απροσδιόριστο αριθμό ημερών στην αθλιότητα ενός κελιού είτε να δεχτεί να υποστεί μια εξευτελιστική διαδικασία ιατρικής εξέτασης , για την οποία ισχυρισμοί γυναικών μαρτυρούν πως η βιαιότητά της έκανε τη λύση του κελιού να φαντάζει τρομακτικά προτιμότερη. Περιττό να πούμε ότι καμία νομική πρόβλεψη δεν περιλάμβανε παρόμοια εξέταση των αντρών.

 

 

Ένα και μισό αιώνα μετά και με πολλές ελευθερίες να θεωρούνται κατακτημένες, οι γυναίκες ,σύμφωνα με σχετικές έρευνες, περπατάνε μόνες τους για λόγους μετακίνησης, άσκησης ή απλού περιπατικού ρεμβασμού πολύ λιγότερο από τους άντρες. Τα ΜΜΜ που επιλέγουν για τις μετακινήσεις τους είναι νούμερο ένα δημόσιοι χώροι παρενόχλησης και τα χρήματα που ξοδεύουν για να αποφύγουν το ενδεχόμενό της παίρνοντας ταξί βαραίνουν επιζήμια και συλλογικά τον προϋπολογισμό τους. 1,5 αιώνα μετά δεν είναι η σκιά κάποιου νόμου που απειλεί την ίση απόλαυση του δημόσιου χώρου, είναι η απειλή της σεξουαλικής παρενόχλησης, είναι ο φόβος του πιθανού βιασμού και η μισογυνιστική παραδοχή που κρύβεται από πίσω : τα’θελες και τα’παθες.

Η ύπαρξή σήμερα στον δημόσιο χώρο μας επιτρέπεται αλλά πάντα υπό όρους:  ενδυματολογικούς και συμπεριφορικούς, δεν πρέπει να προκαλούμε με κοντές φούστες στη Δύση ή με γυμνό πρόσωπο στην Ανατολή, δεν πρέπει να είμαστε έντονες και να εκφραζόμαστε με πάθος-αν θέλουμε την ακεραιότητά δεν μας μένει παρά να περιοριστούμε. 

 

 

Η κίνησή μας στον δημόσιο χώρο μοιάζει, έτσι, με ένα καλοφτιαγμένο περφόρμανς. Πίσω από την φιλοσοφία του male gaze που στροβιλίζει γύρω από την γυναικεία ύπαρξη κρύβεται η συλλογική πολιτισμική παραδοχή ότι η γυναικεία κίνηση δεν είναι ποτέ στ αλήθεια μετακίνηση, γιατί δεν είναι ιδιαίτερα αναγκαία. Οι γυναίκες δεν περπατάνε για να δουν αλλά για ιδωθούν κι έτσι επιζητάνε κάθε είδος προσοχής που θα τους δοθεί από το φιλοθεάμον ανδρικό κοινό τους- από τα απρεπή βλέμματα και τα αστεία μέχρι τις χειρονομίες και την σεξουαλική παρενόχληση. Ο μισογυνισμός πηγάζει από την αντίληψη ότι οι γυναίκες δανειζόμαστε χώρο που δεν μας ανήκει, πληρώνοντας το νοίκι με το ίδιο μας το σώμα. 

Η βία μπορεί να είναι ιστορικά χρήσιμη έννοια. Ο χρόνος αλλάζει πολικά τους βαθμούς της αναγκαιότητάς της, στο παρόν είναι καθόλα περιττή, το χειρότερο μέσο επίλυσης διαφορών που μας υπενθυμίζει πικρά τις ζωικές μας ρίζες. Αλλά στο παρελθόν επιτελεί έναν πολύ χρήσιμο ρόλο γιατί λειτουργεί ως εκδήλωση παθογενών κοινωνικών τάσεων, σαν σύμπτωμα ενδεικτικό μιας αρρώστιας σχεδόν κανονικοποιημένης.

Η βία με την οποία αντιμετωπίζονταν ιστορικά οι γυναίκες που τόλμησαν να υπάρξουν έντονα στον δημόσιο χώρο-από τους νόμους της εποχής μέχρι και τις μαζικές φυλακίσεις, τους ξυλοδαρμούς και το force feeding σουφραζετών που απέργησαν από την επιβίωση για να αιτηθούν την αξιοπρέπεια-η βία για την οποία προετοιμάζεται σήμερα μια γυναίκα πριν βγει μόνη της στον δρόμο μοιάζει τρομακτικά με την βία με την οποία αντιμετωπίζονται σήμερα οι μαύροι, με τις βίαιες δολοφονίες μαύρων αντρών και γυναικών που το μόνο που τόλμησαν να κάνουν είναι να πάνε για τρέξιμο ή να βγουν μέχρι το κοντινότερο κατάστημα λιανικής.

Για τις καταπιεσμένες μειονότητες, τις γυναίκες, τους μαύρους, τα ΛΟΑΤΚΙ άτομα και τα Άτομα με Ειδικές Ανάγκες η αδυναμία ύπαρξης στο χώρο είναι μια έκφραση της κυριολεκτικής και θεσμικής βίας που τους πλήττει όταν αφήνουν το χώρο του ιδιωτικού -που για τις περισσότερες κατηγορίες επίσης δεν συνεπάγεται ασφάλεια. 

 

 

Ορίζοντας τη βία ως ενέργεια , πλανόμαστε συλλογικά πως την έχουμε ξεπεράσει. Ο τρόπος που αντιλαμβανόμαστε τον χώρο υπονοεί έναν άλλον ορισμό της, δύσκολο στην επεξεργασία αλλά υπαρκτό και για αυτό πολύ ισχυρό : Βία μπορεί να είναι η παράλειψη. Η παράλειψη λήψης υπόψιν των αναγκών όλων των κοινωνικών ομάδων στον αστικό σχεδιασμό πόλεων, η παράλειψη να φροντίσουμε για  την ανασφάλεια της δημόσιας κίνησης και η παράλειψη να την κατανοήσουμε ως βιωματική εμπειρία. Βία είναι η παράλειψή μας να φροντίσουμε την προσβασιμότητα όλων σε βασικά ατομικά αγαθά όπως βία είναι και η εγκληματική παράλειψη να μεριμνήσουμε για έναν χώρο μεγαλύτερο από τις πόλεις μας : τη Γη και το περιβάλλον. 

 

 

Η τέχνη μας, η γλώσσα μας και οι καημοί μας που χορεύουν πάνω σε χιλιοτραγουδισμένες στροφές εξυμνούν την κίνηση ως ύστατη μορφή ελευθερίας. Τα συμβολικά ισοδύναμα των κλουβιών, των πουλιών και των φτερών καθρεφτίζουν μια ανάγκη του ανθρώπου να ξεριζωθεί από ό,τι τον καταδικάζει σε μια πρωτόγονη στατικότητα. Η ελευθερία κίνησης είναι από εκείνα τα δείγματα της ανθρωπιάς που συνοδεύουν τον πολιτισμό. Και η στέρηση χώρου κίνησης από ορισμένες ομάδες ατόμων είναι, στον σύγχρονο αυτόν πολιτισμό, η πιο κρυφή μορφή νομιμοποιημένης βίας. 

Σχολιάστε